ΛΥΚΟΜΙΔΗΣ

Φιλοσοφία, μυσταγωγία και επιστήμη

Archive for Δεκέμβριος 2010

Οι Θεοί των Ελλήνων

Posted by lykofron στο 31/12/2010

Σχετικά με το ερώτημα τι είναι Θεοί υπάρχει μεγάλη πλάνη και παραπληροφόρηση. Η λέξη θεός ετυμολογείται (κατά το λεξικό του Α. Γαζή, εκδοθέντος υπό του Κων. Καρπολά του Ολύμπιου, το έτος 1839) εκ του ρήματος θέω, τρέχω, της θεότητας αεικινήτου νοούμενης, δηλαδή της χωρίς διακοπή κινούμενης προς την πρόοδο και εξέλιξη και συνεπώς η λέξη Θεός δεν δύναται να θεωρηθεί ως ονομασία του Αιτίου Εκπορεύσεως της Φύσεως (ή άλλως του Δημιουργού της Φύσεως) και πολύ περισσότερο, να ταυτιστεί με το Αίτιο Εκπορεύσεως της Φύσεως. Συνεπώς Θεοί είναι ψυχικές ατομικότητες βρισκόμενες σε εξελικτικό επίπεδο πέραν του ανθρωπίνου οι οποίες (όπως προαναφέρθηκε) σπεύδει ταχέως προς συνεχή πρόοδο και αύξηση των δυνάμεών τους.

Όμως όπως νοείται στην σημερινή εποχή η λέξη Θεός έχει δύο σημασίες, σημαίνει α) το Αίτιο εκπορεύσεως του Σύμπαντος (ή την Δημιουργό Αρχή του Σύμπαντος ή τον Δημιουργό του Σύμπαντος) και β) τον Θεό Πνεύμα ή Θεό (π.χ. ο Θεός Άρης). Μεταξύ των δύο αυτών εννοιών υπάρχει τεραστία διαφορά διότι ο Θεός ως το Αίτιο Εκπορεύσεως του Σύμπαντος (Δημιουργός) είναι το αίτιο της εκδηλώσεως της Φύσεως, ενώ ο Θεός ως πνευματική οντότητα είναι το αποτέλεσμα της δημιουργίας. Το Αίτιο εκπορεύσεως του Σύμπαντος είναι το όλο ενώ ο Θεός ως πνευματική οντότητα είναι η ατομικότητα. Η ατομικότητα (ο Θεός πνεύμα) είναι ένα μέρος του όλου και όχι το όλο (το Δημιουργό Αίτιο). Η ατομικότητα (Θεός Πνεύμα) φέρει σπέρμα του όλου αλλά δεν είναι το όλο, ακολουθεί την πορεία του όλου και διέπεται από τους νόμους του όλου. Επομένως ο χαρακτηρισμός του Αιτίου Εκπορεύσεως της Φύσεως ως Θεού από τους χριστιανούς τον μεσαίωνα δημιουργεί σύγχυση και έγινε εσκεμμένα ακριβώς για να δημιουργήσει αυτή τη σύγχυση.

Όπως είναι φανερό, μετά τα προαναφερθέντα, η έκφραση μονοθεϊστική θρησκεία ή μονοθεϊσμός στερείται νοήματος γιατί η έννοια της λέξεως θεός, όπως νοείται στην ελληνική γλώσσα, δεν δύναται να αποδοθεί στο Δημιουργικό Αίτιο του Σύμπαντος. Επίσης η άρνηση της ύπαρξης πνευματικών ιεραρχιών, μέλη των οποίων, κατά τους Έλληνες, είναι οι Θεοί (πνεύματα) οδηγεί στην άρνηση της ύπαρξης και λειτουργίας του παγκοσμίου Νόμου της Εξελίξεως, η ύπαρξη και λειτουργία του οποίου είναι προφανής στον σύγχρονο πνευματικό άνθρωπο που έχει ξεφύγει από τον μεσαιωνικό σκοταδισμό.

Η προσπάθεια ορισμένων μονοθεϊστικών θρησκειών να υποκαταστήσουν τις πνευματικές ιεραρχίες με τους «αγγέλους» (εβραϊκή παράδοση) ή με τους «αγίους» (χριστιανική παράδοση) είναι ατελής γιατί α) εξ ορισμού είναι στατική κατάσταση διότι δεν προβλέπεται ούτε η περαιτέρω εξέλιξή των αγίων, αλλά ούτε η αποθέωση του ανθρώπου και η ατέρμων εξέλιξή του μέσα στις πνευματικές ιεραρχίες τον δε άνθρωπο τον θεωρούν βαρυνόμενο με το λεγόμενο «προπατορικό αμάρτημα» και το μόνο ευνοϊκό γι’ αυτόν είναι η είσοδός του στον «παράδεισο», όπου θα μείνει σε μία κατάσταση αιώνιας στασιμότητας και β) αφήνει πολλά ερωτηματικά ως προς το ήθος των λεγομένων « αγίων» πχ: πως μπορεί να αναβαθμιστεί σε επίπεδο πέραν του ανθρώπινου ένας κοινός εγκληματίας και να αγιοποιηθεί; Αυτό συνέβη με τον «μέγα και άγιο και ισαπόστολο» αυτοκράτορα Κωνσταντίνο, ο οποίος αγιοποιήθηκε, παρά το εγκληματικό του παρελθόν, γιατί προσέφερε πολιτική κάλυψη στον χριστιανισμό.

Συνεπώς η άποψη που διατυπώνεται από ορισμένους συγγραφείς ή συντάκτες άρθρων ότι οι αρχαίοι μας πρόγονοι ήταν μονοθεϊστές είναι τουλάχιστον αφελής. Διατυπώνεται από αυτούς οι οποίοι είτε προσπαθούν να αποδείξουν ότι τα πάντα προέρχονται από τους Έλληνες (ακόμα και ο μονοθεϊσμός των βιβλικών θρησκειών) και ηθελημένα διαστρεβλώνουν τις απόψεις των αρχαίων μας προγόνων, είτε έχουν παρερμηνεύσει τα αρχαία κείμενα (όσα περισώθηκαν από την καταστροφική μανία των χριστιανών) από αδυναμία τους να διεισδύσουν στις λεπτές έννοιες των φιλοσόφων. Οι Έλληνες, λοιπόν, πίστευαν και πιστεύουν στην ύπαρξη Πνευματικών ιεραρχιών, μέλη των οποίων είναι οι Θεοί των διαφόρων επιπέδων συνεπώς ήταν και είναι πολυθεϊστές. Η άποψη που διατύπωσε πυθαγόρειος φιλόσοφος ότι «και οι Θεοί περί Θεών ομιλούν» δηλαδή ότι όπως εμείς έχουμε τους θεούς του γήινου περιβάλλοντος έτσι και οι θεοί του γήινου περιβάλλοντος έχουν και αυτοί τους θεούς τους κ.ο.κ. διευκρινίζει σαφέστατα την σημασία της ύπαρξης αυτών των ιεραρχιών. Βεβαίως, μετά τα ανωτέρω, παραμένει ανοικτό το θέμα σχετικά με την πίστη των Ελλήνων για τον Δημιουργό.

Τους Έλληνες δεν τους απασχολούσε, ούτε τους απασχολεί ιδιαίτερα, το θέμα του Δημιουργού Αιτίου, γιατί το Δημιουργό Αίτιο δεν είναι ατομική νοητική ύπαρξη ώστε να απευθύνονται σ’ αυτό για βοήθεια, ούτε είναι λογικά νοητό το Δημιουργό Αίτιο να προστρέξει σε μία ατομικότητα για να την συνδράμει. Οι Έλληνες την λατρεία τους προς το Δημιουργό Αίτιο την εκδηλώνουν με την λατρεία που αποδίδουν προς την Θεία Φύση, η οποία είναι η έκδηλη έκφραση του Δημιουργού Αιτίου, δηλαδή ήταν και είναι φυσιολάτρες. Γι αυτό είχαν καθιερώσει γιορτές κατά τις ισημερίες και τις τροπές του Ηλίου (τις Φυσικές Γιορτές), π.χ. τα Ανθεστήρια προ της εαρινής ισημερίας κλπ. Παράλληλα οι μύστες στα μυστήρια «κεκλεισμένων των θυρών» τελούσαν ειδικές τελετές κατά τις ισημερίες και τις τροπές του Ηλίου (Βλέπε στο κεφάλαιο « Περί Φυσικών Εορτών»), αποδίδοντες έτσι την λατρεία τους προς την Θεία Φύση η οποία έφερε στο Είναι της την ανθρώπινη ψυχή (Λογική Νόηση – Φθινοπωρινή ισημερία), της έδωσε την δυνατότητα να αναπτύξει το γνωσιολογικό της επίπεδο (Γνωστική Νόηση – Χειμερινή Τροπή του Ηλίου), της έδωσε την δυνατότητα να επιτύχει την πνευματική της αναγέννηση (Σοφία – Εαρινή Ισημερία) και της έδωσε την δυνατότητα να αποκτήσει την αθανασία (Αποθέωση – Θερινή Τροπή του Ηλίου).

Οι Έλληνες εθνικοί με την λέξη Θεός εννοούν αποκλειστικά τον Θεό Πνεύμα, τον οποίο θεωρούν ως ατομική, νοητική και συνειδητή ύπαρξη η οποία έχει εξελιχθεί πέραν του ανθρωπίνου επιπέδου και όχι το Αίτιο Εκπορεύσεως του Σύμπαντος (ή Δημιουργό). Η ταύτιση της έννοιας του Αίτιου Εκπορεύσεως του Σύμπαντος με την έννοια του Θεού (πνεύματος) οδηγεί τον άνθρωπο σε σύγχυση. Ως Έλληνες εθνικοί νοούνται όχι μόνον οι αρχαίοι Έλληνες, αλλά και οι  σύγχρονοι οι οποίοι είναι εναρμονισμένοι και εμποτισμένοι από τις δοξασίες  και το πνεύμα των αρχαίων προγόνων μας. Αλλά τι είναι τελικά Θεοί – πνεύματα;

Θεοί (πνεύματα) είναι ατομικές νοητικές και συνειδητές υπάρξεις, διήλθαν εκ των μορφών των κόσμων και από εκεί εξελίχθηκαν, δηλαδή είναι αποτέλεσμα εξελίξεως. Οι νόμοι του Δημιουργού με την δράση τους δια των συνεχών μεταμορφώσεων έφεραν τις οντότητες αυτές αρχικά στην κατάσταση των συνειδητών και νοητικών όντων και από εκεί στην κατάσταση των Θεών (Πνευμάτων), έτσι ώστε να κυβερνούν τα κατόπιν αυτών ερχόμενα νοητικά όντα. Η σχέση του Θεού (Πνεύματος) προς τα κατόπιν αυτού ερχόμενα νοητικά όντα διέπεται υπό ενός αρμονικού νόμου, του Νόμου της Αγάπης. Συνεπώς ο άνθρωπος οφείλει προς τους Θεούς (Πνεύματα) μόνον αγάπη και επειδή διέπεται από τον αυτόν αρμονικό νόμο με τους άλλους ανθρώπους, οφείλει την ίδια αγάπη να εκδηλώνει και προς τους συνανθρώπους του. Οι Έλληνες εθνικοί δεν αποδίδουν στους Θεούς τους λατρεία αλλά αγάπη. Λατρεία αποδίδουν μόνον προς το μέγα Παν (Σύμπαν ή Θεία Φύση), για τον λόγο αυτόν είναι φυσιολάτρες. Επισημαίνεται ότι για τους Θεούς υπάρχει και άλλη άποψη, σύμφωνα με την οποία οι Θεοί δεν είναι οντότητες συνειδητές αλλά θεωρούνται ως δυναμικές εκδηλώσεις του Διός- δημιουργού και σύμβολα των μεγάλων εικόνων της Φύσεως και όχι διακεκριμένες ψυχικές ατομικότητες. Η άποψη αυτή ταυτίζεται με τον μονοθεϊσμό και συνεπώς δεν δέχεται την αποθέωση του ανθρώπου.

Θεοί (πνεύματα) είναι συνειδήσεις οι οποίες επιτέλεσαν τον αναμορφωτικό εκείνο κύκλο από τον οποίο μπόρεσαν να αντλήσουν αιώνιο οργανικό μέσο και έτσι κυριάρχησαν ως συνειδήσεις του Απείρου που έχουν θεία Θέληση. Αιώνιο οργανικό μέσο είναι ένας οργανισμός ο οποίος δεν υπόκειται στην διαδικασία του θανάτου και είναι ο πνευματικός οργανισμός. Όλες οι συνειδήσεις της Φύσεως είναι προικισμένες να προαχθέν στις σφαίρες της καθαρής γνώσεως και να καταστούν θείες Συνειδήσεις με ατελεύτητη εξέλιξη στον άπειρο χρόνο. Κατά την Ελληνική παράδοση οι Θεοί, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, είναι προϊόν εξέλιξης του ανθρωπίνου πνεύματος και τα λειτουργήσαντα μυστήρια αποβλέπουν στο να δείξουν στους μύστες τους την οδό προς την αποθέωση. Όπως ο άνθρωπος με την διάνοια και τις δυνατότητες που του εξασφαλίζει η οργανική του φύση γίνεται κύριος και ρυθμιστής των φυσικών δυνάμεων της Φύσεως του περιβάλλοντός του και επομένως κυρίαρχος αυτών, έτσι και οι Θεοί είναι κύριοι νόμων και δυνάμεων των φυσικών και προπαντός των πνευματικών κόσμων και όχι μόνο σύμβολα των μεγάλων εικόνων της Φύσεως.

Οι ιδιότητες του Θεού (πνεύματος) δεν είναι οι αυτές με τις ιδιότητες του Δημιουργού Αιτίου, γιατί ο Θεός (πνεύμα) είναι προσωπική ατομικότητα και ως προσωπική έχει ενεργούσα διάνοια, της οποίας τα όρια είναι περιορισμένα. Οσονδήποτε και αν θεωρηθεί εξελιγμένη η νοητική προσωπικότητα (ακόμα και αν έχει διανόηση πολύ υπέρτερη της ανθρώπινης) οι ακτίνες ενέργειας της διανοήσεως της δεν είναι δυνατόν να διέρχονται το άπειρον και να εκτείνονται εις αυτό άνευ ορίου. Οι ακτίνες της διανοήσεως των Θεών (που είναι νοητικές προσωπικότητες), ενεργούν επί ορισμένου κόσμου και έχουν σχέσεις μόνον προς αυτόν. Εάν Θεός (πνεύμα) ήταν ο Δημιουργός των κόσμων τα παράγωγα αυτού νοητικά όντα δεν θα είχαν περιορισμένη νόηση, η οποία δεν θα ήταν σχετική προς τα όργανά της. Ο περιορισμός της νοήσεως των νοητικών όντων ο οποίος καθορίζεται από τα όργανα της νοήσεως, είναι απόδειξη ότι αυτά είναι δημιουργήματα. Η νόηση των όντων, αλλά και κάθε νόηση, δεν είναι δημιουργικό αίτιο αλλά αποτέλεσμα. Η νόηση γίνεται το δημιουργικό αίτιο άλλης υπέρτερης νόησης και αυτό αποτελεί τον πολλαπλασιασμό της ενεργητικότητάς της. Η νοητική ενέργεια του Θεού πνεύματος αφορά την εξερεύνηση των αιτίων της δημιουργίας. Εκ της γνώσεως των αιτίων της δημιουργίας ο Θεός (πνεύμα) καθορίζει τις σχέσεις του προς τις νοητικές ενέργειες των άλλων όντων γιατί εκ των σχέσεων αυτών εξαρτάται η πρόοδος του.

Όπως είναι φανερό, μετά τα προαναφερθέντα, η έκφραση μονοθεϊστική θρησκεία ή μονοθεϊσμός στερείται νοήματος γιατί η έννοια της λέξεως θεός, όπως νοείται στην ελληνική γλώσσα, δεν δύναται να αποδοθεί στο Δημιουργικό Αίτιο του Σύμπαντος. Επίσης η άρνηση της ύπαρξης πνευματικών ιεραρχιών, μέλη των οποίων, κατά τους Έλληνες, είναι οι Θεοί (πνεύματα) οδηγεί στην άρνηση της ύπαρξης και λειτουργίας του παγκοσμίου Νόμου της Εξελίξεως, η ύπαρξη και λειτουργία του οποίου είναι προφανής στον σύγχρονο πνευματικό άνθρωπο που έχει ξεφύγει από τον μεσαιωνικό σκοταδισμό.

Η προσπάθεια ορισμένων μονοθεϊστικών θρησκειών να υποκαταστήσουν τις πνευματικές ιεραρχίες με τους «αγγέλους» (εβραϊκή παράδοση) ή με τους «αγίους» (χριστιανική παράδοση) είναι ατελής γιατί εξ ορισμού είναι στατική κατάσταση διότι δεν προβλέπεται ούτε η περαιτέρω εξέλιξή των αγίων, αλλά ούτε η αποθέωση του ανθρώπου και η ατέρμων εξέλιξή του μέσα στις πνευματικές ιεραρχίες. Τον άνθρωπο τον θεωρούν βαρυνόμενο με το λεγόμενο «προπατορικό αμάρτημα» και το μόνο ευνοϊκό γι’ αυτόν είναι η είσοδός του στον «παράδεισο», όπου θα μείνει σε μία κατάσταση αιώνιας στασιμότητας. Επίσης η άποψη αυτή (των αγίων) αφήνει πολλά ερωτηματικά πχ: Πως μπορεί να αναβαθμιστεί σε επίπεδο πέραν του ανθρώπινου ένας κοινός εγκληματίας και να αγιοποιηθεί; Αυτό συνέβη με τον «μέγα και άγιο και ισαπόστολο» αυτοκράτορα Κωνσταντίνο, ο οποίος αγιοποιήθηκε, παρά το εγκληματικό του παρελθόν, γιατί προσέφερε πολιτική κάλυψη στον χριστιανισμό. Συνεπώς η άποψη που διατυπώνεται από ορισμένους συγγραφείς ή συντάκτες άρθρων ότι οι αρχαίοι μας πρόγονοι ήταν μονοθεϊστές είναι τουλάχιστον αφελής. Διατυπώνεται από αυτούς οι οποίοι είτε προσπαθούν να αποδείξουν ότι τα πάντα προέρχονται από τους Έλληνες (ακόμα και ο μονοθεϊσμός των βιβλικών θρησκειών) και ηθελημένα διαστρεβλώνουν τις απόψεις των αρχαίων μας προγόνων, είτε έχουν παρερμηνεύσει τα αρχαία κείμενα (όσα περισώθηκαν από την καταστροφική μανία των χριστιανών) από αδυναμία τους να διεισδύσουν στις λεπτές έννοιες των φιλοσόφων. Οι Έλληνες, λοιπόν, πίστευαν και πιστεύουν στην ύπαρξη Πνευματικών ιεραρχιών, μέλη των οποίων είναι οι Θεοί των διαφόρων επιπέδων συνεπώς ήταν και είναι πολυθεϊστές. Η άποψη που διατύπωσε πυθαγόρειος φιλόσοφος ότι «και οι Θεοί περί Θεών ομιλούν» δηλαδή ότι όπως εμείς έχουμε τους θεούς του γήινου περιβάλλοντος έτσι και οι θεοί του γήινου περιβάλλοντος έχουν και αυτοί τους θεούς τους κ.ο.κ. διευκρινίζει σαφέστατα την σημασία της ύπαρξης αυτών των ιεραρχιών. Βεβαίως, μετά τα ανωτέρω, παραμένει ανοικτό το θέμα σχετικά με την πίστη των Ελλήνων για τον Δημιουργό.

ΓΙΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΟΥ «ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΣΜΟΣ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΥΑΝΔΡΟΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ 88, ΟΡΟΦΟΣ 5Ος

Posted in ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ | Leave a Comment »

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 2011

Posted by lykofron στο 24/12/2010

ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΕΝΑ ΝΕΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ 2011 ΜΕ ΕΥΡΥΤΑΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΑΤΡΑ, ΜΕ ΠΛΟΥΣΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΣΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΘΕΑΤΡΩΝ ΚΑΙ ΜΕ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΤΡΑΓΩΔΙΩΝ ΚΛΠ. ΕΠΙΣΗΣ ΕΜΠΕΡΙΕΧΕΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΚΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΕΟΡΤΕΣ ΤΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ ΜΑΣ

ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΕΙΠΕΙ ΑΠΟ ΚΑΝΕΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΠΙΤΙ

ΜΙΑ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΚΔΟΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΥΑΝΔΡΟ, ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ 88, ΟΡΟΦΟΣ 5

Posted in ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ | 1 Comment »

H αΐδιος ουσία

Posted by lykofron στο 21/12/2010

Ως αΐδιος ουσία γενικά νοείται το συνόλων των ουσιών της Φύ­σεως και εμφανίζεται ως αΐδια ατομική (ή μεριστή) ουσία και ως αΐδιας συνεχής (ή αμέριστη) ουσία. Η αΐδια ατομική ουσία ή με­ριστή ουσία ή δυαδα ή μητερα των κόσμων στη Φύση ταυτίζεται με την ύλη, ενώ η ή αμέριστη ουσία ή μοναδα ή πατερας των κό­σμων στη Φύση με το Είναι της αποτε­λεί τον αϊ­διος συνεχής ου­σία ουσιαστικό χώρο μέσα στον οποίο  ενεργούν τα άτομα της ατομικής ουσίας. Η πρώτη ου­σία είναι ο παθητικός παράγων των κό­σμων ενώ η δεύτερη είναι ο ενεργητικός παράγων. Τα άτομα της αΐδιας ατομικής (μεριστής) ουσίας χαρα­κτηρίζονται ως «αεί κινούμενα και ζώντα Είναι». Αυτό σημαίνει ότι αποτελούν υπάρ­ξεις (Είναι) με εκδηλω­μένους τους Νόμους της Κίνησης και  της Ζωής (κι­νούμενα και ζώντα) ατε­λεύτητα (αεί) .Τα άτομα της μερι­στής ου­σίας δεν έχουν συνέχεια προς το Άπειρο αλλά απλώς  βρίσκονται εντός της συνεχούς ουσίας. Στο σημείο αυτό είναι εν­διαφέρον να αναφερθεί ποια σχέση έχουν αυτά τα άτομα με τα ψυχικά άτομα (ψυ­χικές ατομικότητες) Τα ψυχικά άτομα χαρακτη­ρίζο­νται ως «κινούμενα και ζώντα και ενεργούντα συνει­δητά Εί­ναι». Αυτό σημαίνει ότι αποτελούν υπάρξεις (Είναι) που έχουν δική τους έννοια για την ύπαρξη τους (συνειδητά) με εκδηλου­μένους τους Νόμους της Κί­νησης, της Ζωής και της Ενέργειας (κινούμενα, ζώ­ντα και ενεργούντα). Τα Ψυχικά άτομα έχουν συνέ­χεια προς το Άπειρο. Στο σημείο αυτό είναι ενδιαφέ­ρον να αναφερθεί ότι η θεωρία της Σχετικότητας συμ­φωνεί σε πολλά σημεία με τις απόψεις του Αδ.’. Σπ. Νάγου. Κατ» αυτήν την θεωρία: «η ενέργεια έχει μάζα και συ­νεπώς εμφανίζει αδράνεια ενώ η ύλη δεν έχει μάζα αλλά μόνον κίνηση [και ύπαρξη (ζωή)]. Η ύλη με την κίνηση προσλαμβάνει ενέργεια και η ενέρ­γεια της προσδίδει αδράνεια». Γεννιέται όμως το ερώτημα: Γιατί τα στοιχειώδη  σωματίδια σε κατά­σταση ηρεμίας τους έχουν αδρά­νεια δηλ. μάζα; Για να άρει το αδιέ­ξοδο αυτό η θεωρία της Σχετικότητας θεώ­ρησε ότι τα στοιχειώδη σωματίδια συγκροτούνται από άλλα μι­κρότερα σωματίδια που κλήθηκαν κουώρκς. Τα κου­ώρκς θεωρήθηκαν ότι βρίσκο­νται σε αδιάκοπη κίνηση μέσα στα στοιχειώδη σωματίδια πράγμα που σημαίνει ότι αφενός μεν διατηρούν την αυτοτέλεια τους και αφετέρου με την κίνηση τους προσλαμβά­νουν ενέρ­γεια. Έτσι η μάζα ηρεμίας των στοιχειω­δών σωματι­δίων είναι διάφορη του μηδενός γιατί είναι άθροισμα των μα­ζών των διαρκώς κινουμένων κου­ώρκς. Έρευ­νες της επιστήμης οδήγησαν στην ανακά­λυψη των κουώρκς που θεωρούνται δομικοί λίθοι των στοιχειω­δών σωματιδίων. Από την προηγηθείσα περι­γραφή κουώρκς συνάγεται ότι αυτά μοιάζουν με τα άτομα της μεριστής ουσίας αφού έχουν Κίνηση και Αυτοτέ­λεια (Ζωή) αλλά δεν φαίνεται να ταυτίζονται με τα άτομα της μερι­στής ουσίας γιατί τα κουώρκς θε­ωρού­νται ότι είναι πολλών κατηγοριών ενώ τα άτομα της μεριστής ουσίας θεωρούνται ότι είναι όλα ίδια με­ταξύ τους (άσχετα αν έχουν διαφορετική δυναμικό­τητα).

Posted in ΕΣΩΤΕΡΙΣΜΟΣ | Leave a Comment »

Η συλλειτουργία και συνεργασία των αϊδίων ουσιών

Posted by lykofron στο 21/12/2010

Η εξέλιξη των αϊδίων ουσιών της Φύσεως (Ατομικής και Συνεχούς) είναι το αποτέλεσμα της συλλειτουργίας και συνεργασίας τους. Η συλλειτουργία και συνεργασία των αϊδίων ουσιών της Φύσεως λαμβάνει χώρα σε κάθε περίπτωση που γίνεται «στενότερη» η συνά­ντηση συλλειτουργία τους.

Η πρώτη συνάντηση (η Φύση)

Η πρώτη συνάντηση γίνεται κατά την έξοδο των ατόμων της ατομικής ουσίας από το Χάος γιατί η εμφάνιση τους προ­καλεί την αντικειμενική εμφάνιση της ετέρας αϊδίου ουσίας (της συνεχούς ουσίας) η οποία με το Εί­ναι της πληροί τον άπειρο Χώρο και είναι (η συνεχής ουσία) ο ου­σιαστικός Χώρος μέσα στον οποίο έρχονται να ενεργήσουν τα άτομα της ατομι­κής Ουσίας και μέσα στον οποίο λαμβάνουν την έννοια του Είναι τους. Η συνάντηση αυτή είναι μια χαλαρή συνάντηση. Αυτό η Ελληνική μυθολογία το περιγράφει με το θέμα της πρώτης θεικής δυναστείας (Ουρανός-Γη), όμως περισσότερα επ αυτού δεν μπορούν να λεχθούν.

Η δεύτερη συνάντηση (η Μορφή)

Η δεύτερη στενό­τερη συνάντηση των δυο αϊδίων ουσιών (ατομικής και συνεχούς) λαμβάνει χώρα κατά την συγκρότηση των μορφών στις οποίες (μορφές) η συνεχής ουσία αποτελεί τον συνθετικό λόγο([1]) των μορφών. Μέσω των μορφών η συνάντηση και συνεργασία των δυο αϊδίων ουσιών (ατομικής και συνεχούς ουσίας) είναι στενότερη με αποτέλεσμα οι δύο ουσίες να αλληλοεπηρεάζονται και αυτό συντελεί στην αύξηση των δυναμικοτή­των τους με την εκδήλωση νέων δυνάμεών([2]) τους οι οποίες (δυνάμεις) βρισκόντουσαν μέχρι τότε σε ανεκδήλωτη κατάσταση στις αϊδιες ουσίες που συγκροτούν την μορφή. Γι’ αυτό η συνάντηση αυτή είναι και αποτελεί την κατ’ εξοχήν συνάντηση που συντελεί στην αμοιβαία εξέλιξη των δυο αϊδίων ουσιών.

Οι μορφές έχουν περιορισμένο χρόνο υπάρξεως γιατί έχουν περιορισμένα όρια αυξήσεως της δυναμικότητός τους και συνεπώς των δυναμικοτήτων των ουσιών που τις συγκροτούν. Όταν η αύξηση των δυναμικοτήτων τους φθάσει στο ανώτερο δυνατό όριο και δεν υπάρχει δυνατότητα για περαιτέρω αύξηση τότε οι μορφές αποσυντίθενται. Τα άτομα της ατομικής ουσίας των αποσυντεθεισών μορφών συμμετέχουν στην συγκρότηση άλλων μορφών τελειότερων δηλαδή μορφών που για την συγκρότησή τους απαιτούν άτομα με μεγαλύτερη δυναμικότητα. Επίσης η συνεχής ουσία των αποσυντεθεισών μορφών παύει να είναι Συνθετικός Λόγος τους και η δυναμικότητά της εξι­σούται με την δυναμικότητα της εκτός των μορφών ευρισκο­μένης συνεχούς ουσίας η δε Μεριστή Ουσία. Η εξίσωση αυτή της δυναμικότητας της Αμέριστης (Συνεχούς) Ουσίας της μορφής που αποσυντέθηκε με την λοιπή εκτός των μορφών Αμέριστη Ουσία αυ­ξάνει την δυναμικότητα της συνεχούς ουσίας στην πε­ριοχή που βρι­σκότανε η αποσυντεθείσα μορφή και αυτό συντελεί στην εξέλιξη αυτού του τμήματος του κόσμου. Αυτό η Ελληνική μυθολογία το περιγράφει με το θέμα της δεύτερης θεικής δυναστείας (Κρόνος-Ρέα), όμως περισσότερα επ αυτού δεν μπορούν να λεχθούν.

Η τρίτη συνάντηση (η ψυχή)

Η τρίτη συνάντηση λαμβάνει χώρα όταν τα άτομα της Ατομικής ουσίας θα συνερ­γαστούν άμεσα με την Συνεχή ουσία στο Ψυχικό άτομο. Το ψυχικό άτομο είναι ένα άτομο της ατομικής ουσίας το οποίο εξελισσόμενο έφθασε στην ακτινοβόλο κατά­σταση και τότε εισέρχεται εντός του η συνεχής ουσία και από «ζων και κινούμενο Είναι» {δηλαδή ύπαρξη (Είναι) με εκδηλω­μένους τους Νόμους της Κίνησης και της Ζωής (κι­νούμενο και ζω­ν)} γίνεται «ζων και κινούμενο και ενεργούν Είναι» {δηλαδή ύπαρξη (Είναι) με εκδη­λουμένους τους Νόμους της Κίνησης, της Ζωής και της Ενέργειας (κινού­μενο, ζων και  ενεργούν)} όπου η συνεργασία των δύο αϊδίων ουσιών γίνε­ται άμεση. Αυτό η Ελληνική μυθολογία το περιγράφει με το θέμα της τρίτης θεικής δυναστείας (Ζευς-Ήρα), όμως περισσότερα επ αυτού δεν μπορούν να λεχθούν.


[1] Η έκφραση «συνθετικός λόγος» υπονοεί την συνεχή ουσία η οποία συνθέτει κάτι. Έτσι η Συνεχής Ουσία αποτελεί τον συνθετικό λόγο των ατόμων της ατομικής ουσίας προς συγκρότηση των στοιχειωδών σωματιδίων (πρωτόνια, ηλεκτρόνια κλπ), τον συνθετικό λόγο των στοιχειωδών σωματιδίων προς συγκρότηση των ατόμων της φυσικής (π.χ. οξυγόνου, σίδηρος κλπ), τον συνθετικό λόγο των ατόμων της φυσικής προς συγκρότηση των μορίων (π.χ. μόρια νερού κλπ), συνθετικό λόγο των μορίων προς συγκρότηση των συνθέτων μορφών (π.χ. ανθρώπινος οργανισμός) κ.ο.κ.

[2] Στο σημείο αυτό πρέπει να διασαφη­νισθεί ότι δεν πρέπει να συγ­χέεται η έννοια της δυ­νά­μεως με την έννοια της ενεργειας η οποία είναι ο νό­μος της ουσίας της μοναδος. Δυνάμεις είναι η πο­σο­τική  αύξηση των νόμων της Ενέργειας, της Κινή­σεως και της θερμότητας.

Posted in ΕΣΩΤΕΡΙΣΜΟΣ | Leave a Comment »

Η ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΨΥΧΗ

Posted by lykofron στο 21/12/2010

Εκτός των ψυχικών πλασμάτων υπάρχουν και άλλες μορφές οι οποίες στις λειτουργίες τους εμφανίζουν τις ιδιότητες εκείνες οι οποίες ομοιάζουν προς τις ιδιότητες των ψυχικών οργανισμών, όπως είναι η θρέψη, η συντήρησή τους και η διαιώνισή τους[1]. Αυτό το φαινόμενο το οποίο εμφανίζει όλες τις μορφές της φύσεως ως “εν συνεχεία λειτουργούσας” είναι άξιο προσοχής. Οι μορφές της φύσεως είναι αποτέλεσμα των συνεργαζομένων αϊδίων ουσιών της φύσεως και των εκδηλωθεισών ενεργητικών τους δυνάμεων. Οι λειτουργίες αυτών των μορφών αίτιο έχουν τις δυνάμεις αυτές και ειδικότερα τις δυνάμεις των αϊδίων ουσιών, εκείνες οι οποίες δεν έφθασαν ακόμα στο σημείο να μετατραπούν σε ατομικές ψυχές.

Οι μη ατομικοποιηθείσες ουσίες της φύσεως παραμένουν στο επίπεδο των δυνάμεων που λειτουργούν στις άψυχες μορφές της φύσεως. Η συνισταμένη αυτών των δυνάμεων ονομάζεται Καθολική Ψυχή [της φύσεως] γιατί το σύνολο αυτών των δυνάμεων δεν ενεργεί ξεχωρισμένα ούτε έχει τις μορφές φαινομένων ατομικής ενέργειας (που εκδηλώνεται ως ιδία κίνηση και ιδία βούληση). Η υπάρχουσα διαφορά μεταξύ των αψύχων μορφών και ψυχικών είναι ότι οι μεν ψυχικές μορφές έχουν τα φαινόμενα της αυτοβουλήσεως, δηλαδή της κατά βούληση κινήσεως και της κατά βούληση ενέργειας ενώ οι άψυχες μορφές διέπονται υπό της καθολικής ψυχής και οι “εν ενεργεία” δυνάμεις της λειτουργούν ανάλογα της πλαστικής ικανότητας αυτών των μορφών.

Στα διάφορα επίπεδα των μορφών της καθολικής ψυχής υπάρχουν διαφορές και οι διαφορές αυτές εμφανίζουν το βαθμό των ιδιοτήτων τους γιατί διέπονται μεν υπό των δυνάμεων ή νόμων της καθολικής ψυχής αλλά ο βαθμός της ενεργητικής τους τάσεως εξαρτάται από την όλη διάπλαση εκάστης των μορφών αυτών. Οι δυνάμεις (δηλ. οι νόμοι της καθολικής ψυχής) σ’ όλα τα πεδία των κόσμων είναι οι ίδιες αλλά ο βαθμός της ενεργητικής τους λειτουργίας διαφέρει γιατί εξαρτάται από τα όργανα τα οποία έχει προς ενέργεια.

Οι νόμοι της θρέψεως, της  ανταλλαγής των ατόμων της μεριστής ουσίας, της διαιωνίσεως  της συνεχούς ουσίας και όλων των άλλων ιδιοτήτων είναι οι αυτοί. ο βαθμός της λειτουργίας των νόμων αυτών διαφέρει: τόσο στα επίπεδα των καθόλου μορφών της φύσεως [που διέπονται από τους νόμους της καθολικής ψυχής] όσο και στα επίπεδα των ατομικών ψυχών γιατί αυτές παρέχουν αρτιότερες οργανώσεις και συμμετέχουν σ’ αυτές και επί πλέον οι εκδηλώσεις των προς ενέργεια δυνάμεων των ατομικών ψυχών.

Ολόκληρο το σύμπαν διέπεται υπό των αυτών θεμελιωτικών νόμων, ο βαθμός της λειτουργίας η οποία επιτυγχάνεται με την συνεργασία των αϊδίων ουσιών είναι το αίτιο των διαφορετικών εμφανίσεων των λειτουργιών των αϊδίων ουσιών. Στους ψυχικούς κόσμους, εκείνους που συγκροτούνται από τις ατομικές ψυχές, οι νόμοι εμφανίζονται με άπειρες διαφορετικές δυναμικότητες και φθάνουν οι κόσμοι αυτοί σε σημεία ώστε να χωρίζονται από την καθολική ψυχή ενός επιπέδου.

Οι ψυχές της γης φθάνουν σε κατάσταση να μην έχουν την ανάγκη της συνεργασίας της λειτουργούσης στο γήινο περιβάλλον  καθολικής ψυχής ενώ πρωτύτερα δεν μπορούσαν να παρασκευάσουν όργανα χωρίς τις ουσίες της [καθολικής ψυχής] και των “εν ενεργεία” νόμων της.  Πέραν του γήινου περιβάλλοντος και εκείνου των άλλων πλανητών υπάρχει η καθολική ψυχή.  Αυτή όμως είναι διαφορετικής καταστάσεως από εκείνης η οποία ενεργεί επί των μαζών των πλανητών αλλά και μεταξύ [ακόμα των πλανητών] διαφέρει η καθολική ψυχή γιατί οι βαθμοί των “εν ενεργεία” δυνάμεών τους δεν είναι της αυτής δυναμικότητας.


[1] Η ανθρώπινη σκέψη στην αδυναμία της να δικαιολογήσει την υπάρχουσα σχέση μεταξύ των ιδιοτήτων των ψυχικών μορφών και των ιδιοτήτων των φυσικών (δηλαδή των αψύχων) πλασμάτων της φύσεως ως και τα αίτιά τους μπορεί να εκτραπεί έξω της φυσικής της οδού.

Posted in ΕΣΩΤΕΡΙΣΜΟΣ | Leave a Comment »

Ελληνική Εθνική Θρησκεία

Posted by lykofron στο 17/12/2010

Ομιλία:  στο ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟ ΑΘΗΝΑΙΟΝ ΕΚΑΤΗΒΟΛΟΣ το Σάββατο, 18 Δεκεμβρίου • 8:30 μ.μ. – 11:00 μ.μ.

ΘΕΜΑ:  Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία, ΟΜΙΛΗΤΗΣ: Βλάσης Ρασσιάς

 Αριστοτέλους 36, 1ος όροφος Athens, Greece Βλάσης Ρασσιάς – Έλενα Πετρή – Μαρίνα Ψαράκη: «Ελληνική Εθνική Θρησκεία / Θεολογία και Πράξις: η Θεά Εστία»

Posted in ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ | 1 Comment »

Να κτίζεις με σύνεση

Posted by lykofron στο 08/12/2010

Ένας ηλικιωμένος ξυλουργός κόντευε να βγει στη σύνταξη, και είπε στο αφεντικό του τα σχέδια του για να φύγει και να ζήσει πιο ξεκούραστα μαζί με τη γυναίκα του. Βέβαια δεν θα συνέχιζε να βγάζει τόσα λεφτά, όμως έπρεπε να βγει στη σύνταξη.

Ο εργολάβος του στεναχωρήθηκε που θα έφευγε ένας τόσο καλός μάστορας, και ζήτησε από τον ξυλουργό αν θα μπορούσε να του χτίσει άλλο ένα σπίτι σαν προσωπική του χάρη.

Ο ξυλουργός είπε ναι, όμως όσο περνούσε ο καιρός δεν ήταν δύσκολο να παρατηρήσει κάποιος πως δεν δούλευε με όλη του τη καρδιά.

Χρησιμοποιούσε υλικά κατώτερης ποιότητας, και έκανε επιπόλαιη δουλειά.

Ήταν ο χειρότερος τρόπος για να τελειώσει μια καριέρα γεμάτη αφοσίωση και επιτυχίες.

Όταν ο ξυλουργός τελείωσε το έργο, ήρθε ο εργολάβος να επιθεωρήσει το σπίτι. Έδωσε το κλειδί της εισόδου στον ξυλουργό και του είπε, «Αυτό το σπίτι είναι δικό σου, ένα δώρο από μένα για σένα.» Ο ξυλουργός έμεινε άναυδος!

Τι κρίμα!

Αν μόνο ήξερε πως έχτιζε το δικό του σπίτι, θα το είχε κάνει εντελώς διαφορετικά.

Το ίδιο συμβαίνει και με μας.

Χτίζουμε τη ζωή μας, μέρα με την μέρα, πολύ συχνά μη κάνοντας το καλύτερο μας σε αυτό που κτίζουμε.

Και μετά μένουμε εμβρόντητοι όταν αντιλαμβανόμαστε ότι πρέπει να κατοικήσουμε στο σπίτι που κτίσαμε.

Αν μπορούσαμε να το κάνουμε ξανά, θα το χτίζαμε εντελώς διαφορετικά. Να όμως που δεν μπορούμε να επιστρέψουμε..

Εσύ είσαι ο ξυλουργός στη ζωή σου. Κάθε μέρα βάζεις μια πρόκα, τοποθετείς άλλη μια τάβλα, ή ορθώνεις ένα τοίχο.

Οι προθέσεις και οι επιλογές που κάνεις σήμερα χτίζουν το αυριανό σου «σπίτι».

 Γι’ αυτό να χτίζεις με σύνεση και σοφία!

Posted in ΛΟΙΠΑ ΘΕΜΑΤΑ | Leave a Comment »

Περίληψη της Οδύσσειας

Posted by lykofron στο 05/12/2010

Ραψωδία α

Ο ποιητής καλεί τη Μούσα να μας αφηγηθεί την ιστορία του Οδυσσέα. Ο Ποσειδώνας, που εχθρεύεται τον ήρωα, λείπει στους Αιθίοπες και οι θεοί συνεδριάζουν στον Όλυμπο. Με πρωτοβουλία της Αθηνάς αποφασίζουν να δρομολογήσουν το νόστο του.

Σε εφαρμογή του θεϊκού σχεδίου, η Αθηνά κατεβαίνει στην Ιθάκη για να παρακινήσει τον Τηλέμαχο να αναζητήσει τον πατέρα του. Με τη μορφή του Μέντη, ενός πατρικού φίλου, μπαίνει στο παλάτι, όπου οι μνηστήρες γλεντοκοπούν κατασπαταλώντας ασύστολα την ξένη περιουσία. Ο Τηλέμαχος υποδέχεται φιλόξενα τον ξένο, και η Αθηνά προσπαθεί να τον πείσει πως ο πατέρας του ζει. Τον παρακινεί να καταγγείλει τη συμπεριφορά των μνηστήρων και να πάει στους βασιλιάδες της Πύλου και τη Σπάρτης να ρωτήσει για τον Οδυσσέα.

Φεύγοντας η Αθηνά αποκαλύπτεται και ο Τηλέμαχος αναθαρρεί. Ο αοιδός Φήμιος τραγουδά το γυρισμό των Αχαιών από την Τροία, η Πηνελόπη όμως κατεβαίνει πονεμένη και τον καλεί ν’ αλλάξει τραγούδι. Ο Τηλέμαχος της μιλά με αυστηρότητα και τη στέλνει πίσω στα διαμερίσματά της. Στη συνέχεια στρέφεται με αυτοπεποίθηση προς τους μνηστήρες, τους λέει να φύγουν απ το σπίτι του και τους ανακοινώνει ότι θα φέρει το θέμα στη συνέλευση των Ιθακησίων. Ακολουθεί λογομαχία. Καθώς τελειώνει η πρώτη μέρα του ποιητικού χρόνου της Οδύσσειας, ο Τηλέμαχος ξαγρυπνά και αναλογίζεται τις υποδείξεις της Αθηνάς.

Ραψωδία β

Τo πρωινό της δεύτερης μέρας ο Τηλέμαχος συγκαλεί τη συνέλευση, εκθέτει την κατάσταση, προτρέπει του μνηστήρες να φύγουν, και τους απειλεί με τη θεϊκή τιμωρία για τα ανοσιουργήματά τους. Οι μνηστήρες επιρρίπτουν την ευθύνη στην Πηνελόπη, που αποφεύγει το γάμο με πανουργία, και καλούν τον Τηλέμαχο να της επιβληθεί. Αυτός ανταπαντά ότι δεν μπορεί να διώξει τη μάνα του απ’ το σπίτι, δέχεται όμως να την ξαναπαντρέψει αν του δοθεί καράβι να ψάξει για τον πατέρα του και βεβαιωθεί πως πέθανε τελικά. Δύο αετοί που αλληλοξεσκίζονται ερμηνεύονται από το μάντη Αλιθέρση ως σημάδι για τη σύντομη επιστροφή του Οδυσσέα και την τιμωρία των μνηστήρων. Οι μνηστήρες βρίζουν και απειλούν το μάντη, το ίδιο και τον Μέντορα, παλιό φίλο του Οδυσσέα, που επικρίνει την απάθεια των Ιθακησίων. Ο μνηστήρας Λεώκριτος δηλώνει πως, ακόμα κι αν γυρίσει ο Οδυσσέας, αυτοί θα τον σκοτώσουν, και διαλύει τη συνέλευση.

Ο Τηλέμαχος κατεβαίνει στην ακρογιαλιά και παρακαλεί την Αθηνά να του συμπαρασταθεί. Η Αθηνά εμφανίζεται με τη μορφή του Μέντορα, τον καθησυχάζει, του δίνει οδηγίες και προσφέρεται να τον βοηθήσει. Ο Τηλέμαχος γυρίζει στο παλάτι και, παρά τις ειρωνείες των μνηστήρων, αρχίζει τις ετοιμασίες. Η Ευρύκλεια, η παραμάνα του, ανησυχεί, τελικά όμως ορκίζεται να μην πει τίποτα στη μητέρα του. Η Αθηνά/Μέντορας βρίσκει καράβι και ναύτες, κοιμίζει τους μνηστήρες και ανακοινώνει στον Τηλέμαχο πως όλα είναι έτοιμα. Το ταξίδι ξεκινά και συνεχίζεται όλη τη νύχτα με τον ευνοϊκό άνεμο που στέλνει η θεά. Οι ταξιδιώτες τής προσφέρουν σπονδή…

Ραψωδία γ

Το ξημέρωμα της 3ης μέρας της Οδύσσειας ο Τηλέμαχος και η Αθηνά/Μέντορας φτάνουν στην παραλία της Πύλου και βρίσκουν το λαό να τελεί θυσία στον Ποσειδώνα. O βασιλιάς Νέστορας και οι γιοί του τους υποδέχονται φιλόξενα στη σύναξη. Ο Νέστορας θυμάται τον Οδυσσέα και τα βάσανα των Αχαιών με συγκίνηση και περιγράφει τη διχόνοια τους κατά την αναχώρηση από την Τροία. Ο ίδιος μαζί με το Μενέλαο απέπλευσαν βιαστικά για να προλάβουν την οργή των θεών, ενώ ο Οδυσσέας και άλλοι έμειναν πίσω για να προσφέρουν πρώτα θυσίες. Απαριθμεί τους Αχαιούς που έμαθε πως έφτασαν στις πατρίδες τους, για τον Οδυσσέα όμως δεν ξέρει τίποτα περισσότερο. Όσο για την κατάσταση στην Ιθάκη, παρακινεί τον Τηλέμαχο να αντιμετωπίσει τους μνηστήρες με τη βοήθεια της Αθηνάς. Η απαισιόδοξη απάντηση του Τηλέμαχου προκαλεί την αντίδραση της Αθηνάς/Μέντορα.

Ο Τηλέμαχος αλλάζει το θέμα και ρωτά το βασιλιά περισσότερες λεπτομέρειες για το φόνο του Αγαμέμνονα. Ο Νέστορας εξιστορεί πώς ο Αίγισθος του έκλεψε τη γυναίκα του, σκότωσε τον ίδιο όταν επέστρεψε και σφετερίστηκε το θρόνο των Μυκηνών. Ο αδελφός του Μενέλαος δεν μπόρεσε να βοηθήσει γιατί κι αυτόν τον παρέσυρε η θαλασσοταραχή στην Κρήτη και στην Αίγυπτο. Ο γιός του όμως, ο Ορέστης, πήρε την εκδίκηση που έπρεπε. Όταν νυχτώνει, ο Νέστορας δεν αφήνει τους ξένους του να διανυκτερεύσουν στο πλοίο αλλά η Αθηνά/Μέντορας αναχωρεί αποκαλύπτοντας τη θεϊκή της ταυτότητα. Ο Νέστορας εντυπωσιασμένος της υπόσχεται θυσία και όλοι επιστρέφουν στο παλάτι για ύπνο, μαζί και ο Τηλέμαχος, που δέχεται ιδιαίτερες περιποιήσεις.

Την επόμενη μέρα, την 4η της Οδύσσειας, ο Νέστορας προσφέρει μεγαλόπρεπη θυσία με χρυσοκέρατο βόδι στην Αθηνά και μετά το γεύμα ετοιμάζει αμάξια κι εφόδια για το ταξίδι του Τηλέμαχου. Με συνοδό το γιο του Νέστορα Πεισίστρατο ο Τηλέμαχος αναχωρεί για τη Σπάρτη. Διανυκτερεύουν στις Φηρές και την επόμενη συνεχίζουν.

Ραψωδία δ

Το πρωί της 5ης μέρας φτάνουν στη Σπάρτη και βρίσκουν το Μενέλαο πάνω στο διπλό γάμο των παιδιών του. Απολαμβάνουν τη γενναιόδωρη υποδοχή και θαμπώνονται από τον πλούτο του παλατιού. Ο Μενέλαος μιλά με πόνο για τον Αγαμέμνονα και τον Οδυσσέα προκαλώντας τα δάκρυα του Τηλέμαχου. Η Ελένη τον αναγνωρίζει πρώτη και ο άντρας της ενθουσιάζεται που έχει τέτοιο φιλοξενούμενο. Όλοι θρηνούν γι αυτούς που έχασαν.

Η Ελένη ρίχνει στο κρασί ένα βότανο που διώχνει τον πόνο. Αφηγείται πώς κάποτε αναγνώρισε τον Οδυσσέα όταν τρύπωσε στην Τροία για να κατασκοπεύσει. Δεν τον κατέδωσε, αντίθετα χάρηκε που τον είδε, αφού ήθελε πια και η ίδια να γυρίσει στη Σπάρτη. Ο Μενέλαος με τη σειρά του αφηγείται πώς ο Οδυσσέας γλύτωσε τους Αχαιούς που ήταν κρυμμένοι στο Δούρειο Ίππο, όταν κινδύνεψαν να αποκαλυφθούν.

Την επόμενη μέρα, την 6η της Οδύσσειας, ο Τηλέμαχος ρωτάει για τον πατέρα του και περιγράφει την κατάσταση στην Ιθάκη. Ο Μενέλαος εύχεται το θάνατο των μνηστήρων και αφηγείται τον αποκλεισμό του στην Αίγυπτο . Εκεί δάμασε το φοβερό γέροντα της θάλασσας Πρωτέα κι εκείνος τον συμβούλεψε να κάνει θυσία στο Δία. Μεταξύ άλλων του είπε πως ο Οδυσσέας είναι ζωντανός και εγκλωβισμένος στο νησί της Καλυψώς. Τελειώνοντας την αφήγησή του ο Μενέλαος καλεί τον Τηλέμαχο να μείνει κι άλλο στη Σπάρτη, αυτός όμως αρνείται ευγενικά.

Στην Ιθάκη οι μνηστήρες πληροφορούνται έκπληκτοι το ταξίδι του Τηλέμαχου και αποφασίζουν να τον σκοτώσουν με δόλο. Η Πηνελόπη μαθαίνει τα νέα και φοβάται πως θα χάσει τώρα και το γιο της. Προσεύχεται στην Αθηνά κι εκείνη φέρνει στον ύπνο της την αδελφή της Ιφθίμη, που την καθησυχάζει με τη διαβεβαίωση πως ο Τηλέμαχος βρίσκεται υπό την προστασία της θεάς. Στο μεταξύ οι μνηστήρες αρματώνουν καράβι και στήνουν την ενέδρα τους στα στενά της Σάμης.

 Ραψωδία ε

Το πρωί της 7ης μέρας έκαναν μια ακόμη αγορά οι Θεοί στον Όλυμπο. Ο Δίας στέλνει τον Ερμή στην Ωγυγία με την εντολή προς την Καλυψώ να αφήσει πια τον Οδυσσέα. Ο Δίας ανακοινώνει στους θεούς ότι ο Οδυσσέας θα γυρίσει στην Ιθάκη μετά από 20 μέρες περιπλανώμενος στην θάλασσα χωρίς όμως βοήθεια θεών ή ανθρώπων γιατί έτσι έχει γραφτεί η μοίρα του. Η Καλυψώ τους κατηγορεί ότι τη φθονούν που ερωτεύτηκε ένα θνητό και τους δίνει πολλά παραδείγματα για να τους αποδείξει την ζηλοφθονία τους, τελικά όμως υποχωρεί από φόβο για την οργή του Δία αφού της έχει υπενθυμίσει ο Ερμής πόσο μεγάλη είναι η οργή του Δία και πως όλοι την φοβούνται. Για πρώτη φορά βλέπουμε τον Οδυσσέα, γιατί μέχρι τώρα τον αναφέραμε δεν τον είχαμε δει να μιλάει, κλαίει στην ακρογιαλιά αγναντεύοντας το πέλαγος, όταν η νύμφη του ανακοινώνει τα καλά νέα κρύβοντας του όμως ότι δεν είναι δική της απόφαση αλλά του Δία ο Οδυσσέας την βάζει να ορκιστεί και αυτή του λέει ότι θα τον βοηθήσει (του ορκίζεται για να την πιστέψει) τον προειδοποιεί όμως πως τα βάσανά του δεν τέλειωσαν γιατί πιστεύει ότι θα τον τρομοκρατήσει και θα του αλλάξει γνώμη για να παραμείνει μαζί της. Μετά το γεύμα περνούν μαζί την τελευταία τους νύχτα.

Τις επόμενες τέσσερις μέρες ο Οδυσσέας κατασκευάζει σχεδία με τα εργαλεία της Καλυψώς και την πέμπτη μέρα (12η της Οδύσσειας) ξεκινά. Η Καλυψώ του δίνει εφόδια, οδηγίες και ούριο άνεμο για το ταξίδι. Μετά από δεκαεφτά μέρες, τα ξημερώματα της δέκατης όγδοης (29ης), προβάλλουν στον ορίζοντα οι ακτές της Σχερίας, της χώρας των Φαιάκων. Καθώς όμως ο Ποσειδώνας επιστρέφει από τους Αιθίοπες, βλέπει τον Οδυσσέα και οργισμένος σηκώνει φοβερή θαλασσοταραχή. Η σχεδία διαλύεται και ο Οδυσσέας παλεύει με τα κύματα πάνω σ’ ένα δοκάρι. Η θεά Λευκοθέη τον συμπονά και του χαρίζει ένα σωσίβιο μαντίλι. Αυτός το ζώνεται, πετά τα ρούχα του και πηδά στη θάλασσα. Ο Ποσειδώνας φεύγει με χαιρέκακη ικανοποίηση, οπότε η Αθηνά επεμβαίνει και κατευνάζει κάπως τη θύελλα.

Δύο μέρες ακόμα θαλασσοδέρνεται ο Οδυσσέας, ώσπου την τρίτη (31η) καταφέρνει με τη βοήθεια της Αθηνάς να προσεγγίσει την ακτή της Σχερίας και να φτάσει στις εκβολές ενός ποταμού. Προσεύχεται στον ποταμό να τον σώσει και ο ποταμός τον δέχεται. Ο Οδυσσέας, γυμνός και εξαθλιωμένος, βγαίνει στη στεριά και καταφεύγει σ’ ένα δάσος, όπου κοιμάται κρυμμένος στους θάμνους.

Ραψωδία ζ

Όσο ο Οδυσσέας κοιμάται, η Αθηνά πηγαίνει στην πόλη των Φαιάκων και εμφανίζεται στο όνειρο της Ναυσικάς, της κόρης του βασιλιά Αλκίνοου, παίρνοντας τη μορφή μιας φίλης της. Της θυμίζει πως βρίσκεται σε ηλικία γάμου και την προτρέπει να κατέβει στο ποτάμι να πλύνει τα ρούχα της. Το άλλο πρωί (32η μέρα) η Ναυσικά ζητά από τον πατέρα της αμάξι και με τις φίλες της κατεβαίνουν στο ποτάμι. Αφού πλύνουν τα ρούχα, λούζονται, γευματίζουν και παίζουν με το τόπι φωνάζοντας και τραγουδώντας.

Ο Οδυσσέας ξυπνά σαστισμένος και αναρωτιέται πού βρίσκεται. Αποφασίζει να βγει από τους θάμνους κρύβοντας όπως-όπως τη γύμνια του. Τα κορίτσια σκορπίζονται τρομαγμένα, εκτός από τη Ναυσικά, που την εμψυχώνει η Αθηνά. Κρατώντας απόσταση ο Οδυσσέας επαινεί την ομορφιά της κόρης και της εύχεται ένα ευτυχισμένο γάμο. Της περιγράφει την κατάστασή του και την εκλιπαρεί να του δείξει το δρόμο για την πόλη και να του δώσει ένα κουρέλι να σκεπαστεί. Η Ναυσικά αναγνωρίζει την ευγένεια που κρύβει η εξαθλίωμένη όψη του και τον διαβεβαιώνει πως είναι καλοδεχούμενος σ’ αυτή τη χώρα. Φωνάζει τις φίλες της να ξεφοβηθούν και να τον περιποιηθούν.

Ο Οδυσσέας από σεβασμό στις νεαρές κοπέλες λούζεται παράμερα και η Αθηνά τον περιβάλλει με θεϊκή ομορφιά. Θαμπωμένη η Ναυσικά, εύχεται να ’ναι τέτοιος και ο άντρας που θα την παντρευτεί. Καλεί τον Οδυσσέα στο παλάτι, για να μην κακοχαρακτηριστεί όμως, του δίνει οδηγίες να την ακολουθήσει ως το άλσος της Αθηνάς, έξω από την πόλη. Αφού μείνει λίγο εκεί μέχρι να γυρίσει η ίδια στο σπίτι, να ζητήσει να του δείξουν το παλάτι του Αλκίνοου και εκεί να πέσει ικέτης στα γόνατα της βασίλισσας. Η Ναυσικά ξεκινά, οι φίλες της κι ο Οδυσσέας ακολουθούν. Το σούρουπο φτάνουν στο άλσος και ο Οδυσσέας προσεύχεται στην Αθηνά να τον καλοδεχτούν οι Φαίακες.

Ραψωδία η

Η Ναυσικά φτάνει στο παλάτι και ο Οδυσσέας ξεκινά από το άλσος για την πόλη. Η Αθηνά εμφανίζεται στο δρόμο του με τη μορφή νεαρού κοριτσιού και του δείχνει το δρόμο καλύπτοντάς τον με ομίχλη για να μην αντιμετωπίσει προβλήματα με τους ντόπιους. Του μιλά για τους Φαίακες και τη βασίλισσα Αρήτη και τον συμβουλεύει να απευθυνθεί πρώτα σ’ εκείνη.

Ο Οδυσσέας φτάνει στο παλάτι και δεν πιστεύει στα μάτια του: χρυσάφι, ασήμι και χαλκός παντού, υφαντά, πλήθος δούλοι, κι ένα παραδεισένιο περιβόλι. Μέσα τρώνε και πίνουν οι άρχοντες των Φαιάκων. Πλησιάζει την Αρήτη και τότε εξαφανίζεται η ομίχλη που τον σκέπαζε. Σαστισμένοι οι θαμώνες βλέπουν τον ξένο να πέφτει ικέτης στα πόδια της βασίλισσας παρακαλώντας να τον στείλουν στην πατρίδα του. Μετά την πρώτη αμηχανία, ο Αλκίνοος προσφέρει τη φιλοξενία του και καλεί τους άρχοντες των Φαιάκων να οργανώσουν επίσημη υποδοχή για τον ξένο την επόμενη ημέρα, μήπως και είναι κάποιος θεός. Ο Οδυσσέας διαβεβαιώνει πως δεν είναι θεός και επαναλαμβάνει την παράκλησή του.

Οι υπόλοιποι Φαίακες φεύγουν. Η Αρήτη αναγνωρίζει τα ρούχα που φορά ο ξένος και τον ρωτά ποιος είναι και πώς έφτασε εκεί. Ο Οδυσσέας αφηγείται με συντομία το ναυάγιό του, την επτάχρονη παραμονή του στην Καλυψώ, το πολυτάραχο ταξίδι του ως στη Σχερία και τη συνάντησή του με τη Ναυσικά, δεν αποκαλύπτει όμως την ταυτότητά του. Ο Αλκίνοος επικρίνει την κόρη του, που δεν συνόδευσε τον ξένο μέχρι το παλάτι, και εύχεται να τον κάνει γαμπρό του. Υπόσχεται όμως πως οι Φαίακες θα τον οδηγήσουν στην πατρίδα του, αν εκείνος το προτιμά. Η μέρα τελειώνει με τον ταλαιπωρημένο Οδυσσέα να πέφτει για ύπνο απολαμβάνοντας τις περιποιήσεις του υπηρετικού προσωπικού.

Ραψωδία θ

Το επόμενο πρωί (33η μέρα της Οδύσσειας) συγκεντρώνονται οι άρχοντες των Φαιάκων στη συνέλευση και ο Αλκίνοος παρουσιάζει τον ξένο του, ζητά να ετοιμαστεί καράβι και τους καλεί όλους για το τραπέζι της υποδοχής στο παλάτι. Το παλάτι γεμίζει κόσμο και ο αοιδός Δημόδοκος καταφθάνει. Μετά το φαγητό τραγουδά για μια φιλονικία του Οδυσσέα με τον Αχιλλέα στην Τροία. Ο Οδυσσέας, που ακούει χωρίς να αποκαλύπτει την ταυτότητά του, συγκινείται, αλλά κρύβει τα δάκρυά του. Για να διασκεδάσει τη θλίψη του ο Αλκίνοος καλεί τα παλληκάρια των Φαιάκων σε αθλητικούς αγώνες.

Όλοι κατεβαίνουν πάλι στην αγορά και οι νέοι διαγωνίζονται στα αθλήματα. Στο τέλος καλούν και τον Οδυσσέα να αγωνιστεί, καθώς φαίνεται ακόμα νέος και δυνατός. Ο Οδυσσέας αρνείται αρχικά, όταν όμως ο Ευρύαλος τον προκαλεί εριστικά, θυμώνει, πιάνει το βαρύτερο δίσκο και τον πετάει μακρύτερα απ’ όλους τους άλλους. Στρέφεται στους άφωνους Φαίακες και τους αποκαλύπτει πως ήταν πρώτος απ’ όλους στον πόλεμο της Τροίας. Ο Αλκίνοος απαντά εκθειάζοντας τις αρετές του λαού του στη ναυσιπλοΐα, το γλέντι και την καλοπέραση.

Η ένταση χαλαρώνει κι αρχίζει ο χορός. Στη μέση ο Δημόδοκος τραγουδά το σκωπτικό τραγούδι του σακάτη Ήφαιστου, που έπιασε στο συζυγικό του κρεβάτι την όμορφη Αφροδίτη με τον Άρη και τους κατήγγειλε στους θεούς, εκείνοι όμως τον περιγέλασαν. Δύο γιοι του Αλκίνοου εκτελούν εντυπωσιακές χορευτικές φιγούρες, που προκαλούν τα εγκωμιαστικά σχόλια του Οδυσσέα. Ο Αλκίνοος διαισθάνεται πια πως ο ξένος δεν είναι κάποιος τυχαίος και προτείνει στους άρχοντες των Φαιάκων να του χαρίσουν πολύτιμα δώρα. Ο Ευρύαλος χαρίζει το ξίφος του και τη συγγνώμη του στον ξένο.

Το σούρουπο καταφθάνουν τα δώρα των υπόλοιπων αρχόντων και όλοι επιστρέφουν στο παλάτι. Μετά το λουτρό ο Οδυσσέας συναντά τη Ναυσικά, που τον θαυμάζει. «Να με θυμάσαι. Σε μένα πρώτη οφείλεις τη ζωή σου», του λέει. Εκείνος της υπόσχεται να την τιμά σαν θεά όταν φτάσει στην πατρίδα του. Το γλέντι αρχίζει και ο Δημόδοκος πιάνει τη λύρα. Ο Οδυσσέας τον επαινεί και του ζητά να τραγουδήσει για το δούρειο ίππο. Για δεύτερη φορά ακούει να υμνούν τα κατορθώματά του στην Τροία και πνίγεται στο κλάμα. Ο Αλκίνοος διακόπτει τον αοιδό και αρχίζει τις ερωτήσεις: ποιος είναι, σε ποια πατρίδα να τον οδηγήσει το καράβι των Φαιάκων, σε ποιες χώρες περιπλανήθηκε; Κι ακόμα, γιατί κλαίει κάθε φορά που ακούει για την Τροία; Η ώρα της αλήθειας έχει φτάσει.

ΠΗΓΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΒΙΚΙΠΕΝΤΙΑ

Posted in ΛΟΙΠΑ ΘΕΜΑΤΑ | Leave a Comment »

Η ΨΥΧΗ ΚΑΙ Ο ΕΡΩΣ

Posted by lykofron στο 05/12/2010

Σε μια εποχή μακρινή, βυθισμένη στα πέρατα του χρόνου, υπήρχε ένας τόπος πλούσιος και όμορφος όπου βασίλευε ένα αγαπημένο ζευγάρι. Η βασιλική ευτυχία συμπληρωνόταν από τρεις κόρες. Οι δυο πρώτες ήταν ασχημούτσικες. Η τρίτη, όμως, η μικρότερη, ήταν πραγματική καλλονή. Το όνομα της ήταν Ψυχή. Η εκπληκτική ομορφιά της πλησίαζε, αν δεν ξεπερνούσε, εκείνη της θεάς Αφροδίτης. Γι αυτό όποιος την αντίκριζε σάστιζε και την προσκυνούσε σαν να είχε μπροστά του την ίδια τη θεά. Οι άνθρωποι θαμπωμένοι άρχιζαν να πιστεύουν πως η Ψυχή είναι η ίδια η θεά του έρωτα που είχε κατέβει στη γη. Κι αφού αυτή ήταν παρούσα, δεν χρειαζόταν πια να τρέχουν στα ιερά της Αφροδίτης ούτε να κάνουν προσφορές. Έτσι η θνητή αντικατέστησε τη λατρεία της αθάνατης. Μα η ομορφιά της Ψυχής σαγήνευε και ταυτόχρονα φόβιζε, γιατί έμοιαζε να ανήκει σε έναν άλλο κόσμο.

Γρήγορα οι δυο αδελφές της παντρεύτηκαν και ακολούθησαν τους άντρες τους στα δικά τους βασίλεια. Όμως, κανένας νέος δεν τολμούσε να ζητήσει την Ψυχή σε γάμο. Όλοι οι άντρες μαγεύονταν από τη λάμψη της, αλλά κανείς δεν αποφάσιζε να την κάνει γυναίκα του, κι έτσι η Ψυχή, ενώ ήταν αντικείμενο λατρείας, ζούσε ταυτόχρονα στην πιο σκληρή μοναξιά.

Απρόσιτη λόγω της καλλονής της, κατέληξε να κλειστεί στο παλάτι θρηνώντας για τη μοίρα της και το βαρύ τίμημα που πλήρωνε για την ομορφιά της. «Καλύτερα θα ήταν να ήμουν κι εγώ όπως οι αδελφές μου, δίχως τίποτα το ξεχωριστό στην όψη. Ας μη λατρευόμουν για την ομορφιά μου κι ας είχα μια μοίρα απλή, όπως όλες οι γυναίκες», ευχόταν.

Απελπισμένοι οι γονείς της δεν ήξεραν τι να κάνουν. Μέχρι που μια μέρα, από συμπόνια για τη θλίψη της και παρακινημένοι από τους θρήνους της, οι βασιλείς αποφάσισαν να ρωτήσουν το Μαντείο του Απόλλωνα στη Μίλητο για την τύχη της κόρης τους. Μα, όταν ήρθε η απάντηση, η καρδιά όλων ράγισε. Ο χρησμός του Απόλλωνα έλεγε ότι η Ψυχή δεν θα παντρευόταν άνθρωπο, αλλά ένα τέρας: ένα πελώριο φτερωτό φίδι που τη δύναμη του τη σεβόταν κι ο ίδιος ο Δίας. Ο χρησμός απαιτούσε να οδηγηθεί η Ψυχή ντυμένη νύφη στην πιο ψηλή κορυφή ενός έρημου και μακρινού βουνού, κι εκεί θα έπρεπε όσοι τη συνόδευαν να την αποχαιρετήσουν και να φύγουν, αφήνοντας τη μόνη να προσμένει τον φρικτό σύζυγο της.

Συγκλονίστηκε όλο το παλάτι. Ο βασιλιάς έπεσε σε μαύρη θλίψη. Πώς μπορούσε να δώσει το παιδί του στο τέρας αυτό; Όμως, ήξερε πως από την αναπόδραστη μοίρα κανείς δεν ξεφεύγει κι έτσι, θέλοντας και μη, αναγκάστηκε να υποταχτεί στο θέλημα των θεών. Την καθορισμένη μέρα η Ψυχή ντύθηκε και στολίστηκε νύφη. Πιο όμορφη από ποτέ. Κι όλος ο λαός, μαζί με τους γονείς της και τις αδελφές της, τη συνόδεψαν με θρήνους και μοιρολόγια ως την κορυφή του βουνού, όπου την άφησαν και έφυγαν, δίχως να κοιτάξουν πίσω τους, όπως είχε ορίσει ο χρησμός του Απόλλωνα.

Όταν έμεινε μόνη η Ψυχή, συνέβη κάτι παράξενο. Αντί να εμφανιστεί το θεριό που φοβόταν, εμφανίστηκε ο Ζέφυρος. Την τύλιξε απαλά και την ανασήκωσε ανάλαφρα. Κρατώντας την στην αγκαλιά του την ταξίδεψε μακριά, πάνω από θάλασσες και από στεριές, μέχρι που την έφερε και την ακούμπησε μαλακά μέσα σ έναν υπέροχο, μαγεμένο, μυστικό κήπο.

Όταν τα πόδια της Ψυχής ακούμπησαν στον μαγευτικό κήπο, κοίταξε γύρω της σαστισμένη. Παντού υπήρχαν πανέμορφα λουλούδια, ψηλά δέντρα, νερά και πηγές. Πουλιά γλυκόλαλα κελαηδούσαν χαρούμενα κι ο άνεμος ήταν μυρωμένος με χίλια αρώματα από βότανα και άνθη. Η Ψυχή γοητευμένη από την ομορφιά γύρω της άρχισε να σεργιανάει εδώ κι εκεί, μέχρι που τα βήματα της την οδήγησαν στο βάθος του κήπου, εκεί όπου υψωνόταν επιβλητικό και ολόλαμπρο ένα μαλαματένιο παλάτι. Άστραφταν οι πύλες και οι τοίχοι του από το χρυσάφι. Ξαφνιάστηκε και δίστασε. Δεν ήξερε αν έπρεπε να προχωρήσει, αλλά ξεπερνώντας τελικά τον αρχικό δισταγμό της αποφάσισε να διαβεί την πύλη του παλατιού. Ο εσωτερικός του πλούτος ήταν πέρα από ότι είχε ποτέ γνωρίσει. Κοιτούσε θαμπωμένη γύρω της, όταν ξαφνικά άκουσε μια φωνή από τα χείλη αόρατων υπηρετών: «Καλώς όρισες, κυρά μας. Το παλάτι, ο κήπος, όλα όσα βλέπεις είναι δικά σου. Μη φοβάσαι! Κάθισε να ξαποστάσεις, και όταν θελήσεις να φας, να λουστείς ή να βάλεις άλλα όμορφα ρούχα, φώναξε μας να σε βοηθήσουμε. Εμείς είμαστε οι υπηρέτες σου. Η κάθε σου επιθυμία είναι για μας προσταγή».

Οι αόρατοι υπηρέτες φρόντισαν κάθε ανάγκη της Ψυχής. Την έλουσαν, την έντυσαν, τη χτένισαν και ύστερα την κάλεσαν στη μεγάλη σάλα του παλατιού όπου είχαν στρωμένο ένα πλούσιο τραπέζι με κάθε λογής λιχουδιές. Κι όσο η Ψυχή έτρωγε, εκείνοι της τραγουδούσαν για να της κρατούν συντροφιά. Όταν πια απόφαγε και άρχισε να πέφτει το δειλινό, οι αφανείς υπηρέτες την οδήγησαν στην κάμαρα της και της είπαν να περιμένει τον άντρα της. Κύλησαν κι άλλες ώρες και αργά τη νύχτα έφτασε, αθέατος, ο μυστηριώδης σύντροφος της. Στο σκοτάδι, δίχως να ανάψει λυχνάρι, δίχως να τον δει στο πρόσωπο, ένιωσε να την αγκαλιάζει με μεγάλη προσοχή, στοργή και τρυφερότητα. Ενώθηκε ερωτικά μαζί της βυθίζοντας την σε ωκεάνια αγαλλίαση. Την κράτησε στην αγκαλιά του όλη νύχτα και, πριν το πρώτο φως χαράξει, έφυγε απρόσμενα όπως είχε έρθει.

Οι μέρες κυλούσαν και η Ψυχή όλο και περισσότερο εξοικειωνόταν με τη νέα της πραγματικότητα. Ο καινούργιος κόσμος της ήταν γεμάτος ομορφιά και ικανοποίηση. Την ημέρα ήταν περιστοιχισμένη από τους αόρατους υπηρέτες που έσπευδαν να ικανοποιήσουν κάθε της επιθυμία και τη νύχτα βυθιζό­ταν στη ζεστή αγκαλιά του μυστηριώδους συντρόφου της που τη; γέμιζε χάδια και φιλιά. Όμως, αυτή ήταν μια παράξενη ζωή γιατί η Ψυχή δεν αντίκριζε ανθρώπου πρόσωπο. Ούτε τους υπηρέτες, ούτε τον άντρα της μπορούσε να δει. Και άρχισε να νιώθει μοναξιά και νοσταλγία. Βάλθηκε τότε να πείσει τον σύντροφο της να επιτρέψει στις αδελφές της να την επισκεφθούν. Εκείνος αρνήθηκε αρχικά. Γνώριζε τον κίνδυνο που διέτρεχε η Ψυχή. Αλλά αυτή επέμεινε. Με χάδια, με δάκρυα και παρακάλια τελικά τον κατάφερε. Έστω και απρόθυμα, τον έκανε να υποχωρήσει. Όμως την προειδοποίησε, βάζοντας έναν απαράβατο όρο: «Οι αδελφές σου ίσως ζητήσουν κάτι από τα πλούτη του παλατιού», της είπε. «Μη διστάσεις. Μπορείς να τους χαρίσεις ότι θελήσουν, αλλά πρόσεξε μην τυχόν κι ανάμεσα στα άλλα ζητήσουν και την ευτυχία σου. Φυλάξου μη σε παραπλανήσουν και θελήσεις να με αντικρίσεις στο φως. Αν συμβεί αυτό, θα με χάσεις για πάντα και θα γίνεις δυστυχισμένη. Και κάτι ακόμα: αν σεβαστείς την εντολή μου το παιδί που ήδη κυοφορείς σου υπόσχομαι πως θα γεννηθεί αθάνατο. Διαφορετικά θα είναι θνητό». Η Ψυχή τρομάζει με αυτή την προοπτική γιατί ο καλός τον τρόπος, τα χάδια και η ερωτική τον θέρμη την έχουν φέρει κοντά τον και νιώθει ήδη ότι τον αγαπάει. Έτσι, δεν θα ήθελε να τον αποχωριστεί και γι αυτό ούτε βάζει στο νου της ότι θα μπορούσε ποτέ να παραβεί την εντολή του. Πρόθυμα λοιπόν του υπόσχεται ότι θα σεβαστεί την επιθυμία του.

Η επιθυμία της Ψυχής πραγματοποιείται σύντομα. Είναι ένα πρωί που οι δυο αδελφές της έχουν ανέβει στο βουνό για να αποτίσουν νεκρικές τιμές και να κλάψουν την Ψυχή που τη νόμιζαν πια χαμένη. Και τότε από το πουθενά ακούνε τη φωνή της που τις καλεί κοντά της. Μέχρι να καλοκαταλάβουν τι συμβαίνει καταφθάνει ο Ζέφυρος που τις παίρνει στην αγκαλιά του και τις μεταφέρει κι αυτές στον μυστικό κήπο και στο χρυσό παλάτι. Έκπληκτες αντικρίζουν την Ψυχή ζωντανή και ξεσπούν σε φωνές χαράς. Αγκαλιάζονται και φιλιούνται πλημμυρισμένες ενθουσιασμό και ζητούν να μάθουν τι έχει μεσολαβήσει. Πώς τα κατάφερε κι επέζησε η Ψυχή; Ποιος είναι αυτός ο τόπος όπου βρίσκονται; Εκείνη αρχίζει να τους ιστορεί όσα της συνέβησαν, δίχως όμως να αποκαλύψει πως δεν έχει αντικρίσει  ποτέ τον άντρα της. Τους δείχνει τις ομορφιές του μυστικού κήπου, τα σιντριβάνια, τις πηγές, τα μοσχοβολιστά πολύχρωμα λουλούδια, τα σκιερά δέντρα. Κι ύστερα τις οδηγεί στο ολόχρυσο παλάτι της με τους αόρατους υπηρέτες. Στην αρχή θαμπώνονται απ όλα αυτά, όμως γρήγορα ο αρχικός θαυμασμός τους αρχίζει να δίνει τη θέση του στο φθόνο. Στα μύχια της καρδιάς τους γεννιέται μια συνεχώς διογκούμενη ζήλια για την τύχη της αδελφής τους. Η Ψυχή, εντελώς ανυποψίαστη για τα αισθήματα τους, τις ξεναγεί μέσα στο παλάτι και τους δείχνει τους αναρίθμητους θησαυρούς του.

Οι δυο αδελφές επιστρέφουν τελικά στο πατρικό παλάτι, αλλά είναι τόσο χολωμένες με την τύχη της Ψυχής που δεν λένε τίποτα στους γονείς τους, αφήνοντας τους να συνεχίζουν να πενθούν την, αδικοχαμένη όπως νομίζουν, κόρη. Με νέες παρακλήσεις της η Ψυχή καταφέρνει και πείθει τον άντρα της, ώστε να επαναληφθεί η επίσκεψη των αδελφών της. Έτσι αυτό το πήγαινε-έλα συνεχίζεται για κάποιο διάστημα. Οι δυο αδελφές

δεν χαίρονται πια για τη σωτηρία της Ψυχής. Φθονούν την τύχη της και έχουν κυριευτεί από την επιθυμία να τη βλάψουν. Ζητούν να μάθουν λεπτομέρειες για τον άντρα της και εκείνη, μη θέλοντας να τους αποκαλύψει ότι δεν τον έχει δει ποτέ, αναγκάζεται να τους πει ψέματα, πως τάχα είναι ένας νέος, όμορφος και δυνατός, που περνά τη μέρα του πάνω στα βουνά, κυνηγώντας διάφορα θηράματα. Η ομολογία της Ψυχής κάνει να φουντώσει ακόμα πιο πολύ ο φθόνος στα στήθη των αδελφών της γιατί και οι δυο έχουν παντρευτεί γέρους και εξασθενημένους βασιλιάδες. Για όλες αυτές τις επισκέψεις ο σύντροφος της Ψυχής είναι επιφυλακτικός και της υπενθυμίζει ξανά και ξανά την υπόσχεση της να μην επιδιώξει να τον αντικρίσει στο φως, επειδή ξέρει τις σκοτεινές διαθέσεις που έχουν οι κακές αδελφές της. Εκείνη τον διαβεβαιώνει και γελά ανέμελα. Δεν παίρνει και πολύ στα σοβαρά τις προειδοποιήσεις του για τις αδελφές της. Μέσα στην αθωότητα της δεν μπορεί να διανοηθεί ότι θα ήθελαν πολύ να τη βλάψουν. Κι όμως αυτή την ευκαιρία τους την έδωσε η ίδια άθελα της. Μια μέρα που οι αδελφές της την πίεζαν επειδή δεν είχαν δει ποτέ τον άντρα της, εκείνη ξέχασε ότι τους είχε πει πως είναι ένας νέος και όμορφος κυνηγός που περνά τη μέρα του στα βουνά. «Δεν έχει τύχει να τον δείτε», τους λέει τώρα, «επειδή είναι πλούσιος έμπορος, κάπως μεγάλος στην ηλικία, και ταξιδεύει συχνά για δουλειές». Εκείνες διαπιστώνουν την αντίφαση και πέφτουν πάνω της, πιέζοντας την να τους αποκαλύψει την αλήθεια. Η Ψυχή σαστίζει. Δαγκώνεται για την γκάφα της, αλλά δεν ξέρει πώς να δικαιολογήσει τα λόγια της. Η πίεση των αδελφών της είναι τόσο ασφυκτική που στο τέλος αναγκάζεται να ομολογήσει ότι δεν έχει αντίκρισα ποτέ το πρόσωπο του άντρα της. Αυτή ήταν η ευκαιρία που ζητούσαν οι αδελφές της. Με τα λόγια τους αρχίζουν να της δημιουργούν αμφιβολίες και την πείθουν πως στην πραγματικότητα ο άγνωστος άνδρας της δεν είναι παρά το φτερωτό φίδι που έλεγε η προφητεία του Απόλλωνα. «Αυτό παντρεύτηκες», της λένε. «Μην ξεγελιέσαι λοιπόν. Αν σε φροντίζει και σου κάνει δήθεν καλοσύνες, είναι γιατί περιμένει να γεννήσεις το παιδί που μεγαλώνει στα σπλάχνα σου. Ύστερα σίγουρα θα σε αφανίσει. Γι αυτό σκότωσε το, πριν σε σκοτώσει. Φρόντισε και πρόλαβε να γλιτώσεις όσο είναι καιρός. Δίχως αναβολή, απόψε κιόλας, παραφύλαξε και, μόλις αποκοιμηθεί πλάι σου, άναψε το λυχνάρι και κόψε το κεφάλι του».

Η Ψυχή ταράζεται. Η πειθώ των αδελφών της και η επιμονή του συντρόφου της να μην της φανερώνεται ποτέ στο φας έκαναν έναν παράξενο συνδυασμό μέσα της που μετατράπηκε σε φωλιά αμφιβολιών. Ο νους της σάστισε και βρέθηκε ξαφνικά βυθισμένη στην αβεβαιότητα. Κι αν οι αδελφές της είχαν όντως δίκιο; Αν κάθε βράδυ πλάι της κοιμόταν ένα θηρίο που καραδοκούσε να την εξοντώσει; Βασανισμένη από διλήμματα και κυριευμένη από φόβο, στο τέλος πείθεται πως το δίχως άλλο έχει παντρευτεί το φτερωτό φίδι και την περίμενα θάνατος τρομερός, αμέσως μόλις γεννήσει το παιδί του. Ο νους της έχει πια θολώσει εντελώς και στο τέλος, κάτω από την πίεση των αδελφών της, πείθεται ότι πρέπει να σκοτώσει το τέρας πριν την εξοντώσει αυτό.

Την ίδια νύχτα η Ψυχή έχει ήδη προετοιμαστεί. Μέσα στα σεντόνια έχει κρύψει ένα μαχαίρι. Όταν ήρθε ο άντρας της, πλάγιασε κοντά της μέσα στο σκοτάδι, όπως πάντα. Τον άφησε να την γεμίσει και πάλι χάδια και φιλιά μέχρι που αργότερα, αποκαμωμένος από τον έρωτα, βυθίστηκε σε ένα βαθύ ύπνο. Τότε ήρθε η ώρα της για να χτυπήσει το τέρας. Ακροπατώντας πήγε σε μια γωνιά του δωματίου όπου υπήρχε ένα λυχνάρι και το άναψε. Το σήκωσε ψηλά για να δει επιτέλους το πλάσμα που ξάπλωνε πλάι της τόσο καιρό. Όμως, μέσα στο τρεμουλιαστό φως του της φανερώθηκε κάτι αναπάντεχο. Ένα απερίγραπτο θέαμα που της έκοψε την ανάσα. Ο άγνωστος σύντροφος της όχι μόνο δεν ήταν το τρομερό τέρας που φοβόταν, αλλά αντίθετα ήταν ο ίδιος ο θεός Έρωτας. Η θεϊκή ομορφιά του ξεπερνούσε \ και το πιο τρελό της όνειρο. Αντικρίζοντας τον η Ψυχή ένιωσε Ι πως, αν μια φορά τον είχε αγαπήσει πριν, τώρα ήταν δέκα φορές παράφορα ερωτευμένη μαζί του. Μα τότε μια φρικτή σκέψη πέρασε από το νου της: τον είχε προδώσει! Είχε παραβιάσει τη ρητή εντολή του. Φρίττοντας για την επιπολαιότητα της πλημμυρίζει ενοχές και γυρεύοντας να τιμωρήσει τον εαυτό. της για την αμυαλιά της αρπάζει το μαχαίρι και το στρέφει εναντίον της. Όμως καθώς η ματιά της στρέφεται στον Έρωτα, η θέα του τη συνεπαίρνει και το μαχαίρι γλιστρά και πέφτει από το χέρι της.

Η Ψυχή δεν μπορεί να τραβήξει τα μάτια της από τον θεό-άντρα της και, παίρνοντας το λυχνάρι, σκύβει για να δει το πρόσωπό του  καλύτερα. Το λυχνάρι γέρνει και μια σταγόνα από το καυτό λάδι του πέφτει στον γυμνό ώμο τον κοιμισμένου Έρωτα. Εκείνος ξυπνά απότομα και πετιέται πάνω αλαφιασμένος. Βλέπει την Ψυχή με το αναμμένο λυχνάρι στο χέρι και διαπιστώνει ότι είχε παρακούσει την εντολή τον. «Με πρόδωσες λοιπόν κι ας σε προειδοποίησα τόσες φορές. Σου πρόσφερα τα πάντα, μα στάθηκες αχάριστη. Τώρα θα με χάσεις πια για πάντα». Η Ψυχή υψώνει τα χέρια παρακλητικά, κλαίγοντας γοερά και ζητώντας συγχώρεση. Ο Έρωτας, όμως, θυμωμένος, ανοίγει τα φτερά του και υψώνεται για να πετάξει μακριά της. Μέσα στην απόγνωση της, η Ψυχή προσπαθεί να τον συγκρατήσει κι αρπάζεται από το πόδι του. Εκείνος φτερουγίζει κι αυτή έτσι γαντζωμένη πάνω του ανυψώνεται μαζί του πάνω από τα σύννεφα. Αλλά δεν μπορεί να κρατηθεί για πολύ. Τα χέρια της δεν είναι αρκετά γερά για να τη βαστήξουν. Έτσι, ύστερα από λίγο εξαντλημένη γλιστρά και πέφτει πίσω στη γη.

Ο Έρωτας έχει πετάξει μακριά και μαζί τον έχει πετάξει και κάθε έννοια ευτυχίας για τη Ψυχή που είναι αθεράπευτα ερωτευμένη μαζί τον. Η ζωή της μακριά του δεν έχει πια νόημα, γι’ αυτό και ζητά το θάνατο. Η απελπισία την ωθεί να ριχτεί σε ένα ποτάμι για να πνιγεί, εκείνο όμως την κρατά απαλά πάνω στα νερά τον και την αποθέτει πάνω στην πυκνή χλόη της όχθης τον. Μισοπεθαμένη θρηνεί για τη χαμένη της ευτυχία, όταν ακούει μια παρηγορητική φωνή. Σηκώνει τα πλημμυρισμένα με δάκρυα μάτια της και βλέπει πως μπροστά της βρίσκεται ο Παν. Με τη μουσική και με τα ενθαρρυντικά λόγια του ο θεός καταφέρνει να την ηρεμήσει και να της δώσει κουράγιο. Την πείθει πως δεν έχουν χαθεί όλα και πως μπορεί και πρέπει να αναζητήσει και να ξανακερδίσει τον Έρωτα.

Μέσα στο νου της Ψυχής έχει ξεκαθαριστεί πια ο στόχος γύρω από τον οποίο θα κυλήσει η υπόλοιπη ζωή της. Δρόμος γυρισμού στην παλιά της πραγματικότητα δεν υπάρχει. Μια θα είναι πια η πορεία και ο σκοπός της: να ξαναβρεί τον Έρωτα και να αποκαταστήσει τη σχέση τους. Το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι το ξεκαθάρισμα του λογαριασμού με τις αδελφές της. Αποφασισμένη να τις τιμωρήσει, τις πείθει πως ο Έρωτας έφυγε από κοντά της τάχα για να παντρευτεί εκείνες. Άλλο που δεν ήθελαν αυτές, εγκατέλειψαν τους άνδρες τους και ανέβηκαν στην κορυφή του βουνού, περιμένοντας να τις πάρει πάλι ο Ζέφυρος, όπως τους είχε πει ότι θα συμβεί η Ψυχή. Μα ο Ζέφυρος αργούσε να εμφανιστεί κι εκείνες αδημονούσαν. Έτσι, μη μπορώντας να περιμένουν, ρίχτηκαν μόνες τους στο κενό, πιστεύοντας ως την τελευταία στιγμή πως θα τις αρπάξει ο Ζέφυρος και θα τις ταξιδέψει στο μυστικό κήπο. Όμως, και οι δυο γκρεμίστηκαν στα βράχια και χάθηκαν στα βάθη του βαράθρου.

Έχοντας ξεκαθαρίσει με το παρελθόν, η Ψυχή αρχίζει πλέον την αναζήτηση του Έρωτα. Τον ψάχνει παντού. Νύχτα και μέρα. Σε πόλεις, σε βουνά, σε λαγκάδια, περνά θάλασσες και στεριές ρωτώντας παντού αν τον είδε, αν τον συνάντησε κανείς. Μάταιος κόπος. Ο Έρωτας είναι άφαντος. Η Ψυχή στρέφεται στους θεούς και τους εκλιπαρεί να τη βοηθήσουν. Μα κι εκείνοι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Καταλαβαίνουν τον πόνο της, την αγωνία και το σπαραγμό της, όμως δεν μπορούν να επέμβουν. Αυτό είναι ένα πρόβλημα που μόνο η Ψυχή μπορεί να λύσει, αν της το επιτρέψει ο Έρωτας, αλλά και η μητέρα του η Αφροδίτη που την είχε μεγάλο άχτι επειδή τόλμησε αυτή, μια θνητή, να αντιπαραβληθεί μαζί της στην ομορφιά, αλλά κι επειδή πρόδωσε τον γιο της. Η Ψυχή γυρίζει όλο τον κόσμο δίχως αποτέλεσμα. Σε ένα μόνο μέρος δεν έχει τολμήσει να ψάξει, στο παλάτι της ίδιας της Αφροδίτης. Ξέρει πως αν πέσει στα χέρια της την περιμένουν μαύρες ώρες, όμως δεν έχει άλλη επιλογή. Πρέπει να προσπέσει στην Αφροδίτη, να την ικετεύσει να μεσολαβήσει στον Έρωτα για χάρη της. Ξέρει πως κάτι τέτοιο είναι σχεδόν αδύνατο να συμβεί, αλλά η ορμή της καρδιάς της, η βαθιά επιθυμία της να ξανασμίξει με τον Έρωτα, την ωθεί σ αυτή την απονενοημένη κίνηση. Μια μέρα, λοιπόν, κατάκοπη από την αναζήτηση, ξέπνοη από την προσμονή και το φόβο, φτάνει ταπεινά στο παλάτι της Αφροδίτης. Πέφτει στα πόδια της, ζητώντας βοήθεια. Μόλις τη βλέπει η θεά, τα μάτια της αστράφτουν. Επιτέλους, ήρθε μόνη της η ίδια η Ψυχή, αυτή που είχε γίνει αιτία να μην την τιμούν πια οι άνθρωποι και τα ιερά της να έχουν εγκαταλειφθεί. Ήρθε λοιπόν η ώρα να πληρώσει για όλα αυτά. Η Αφροδίτη αναθέτει σε δυο έμπιστες δούλες της να τη μαστιγώνουν νύχτα μέρα. Το όνομα της μιας ήταν Θλίψη και της άλλης Έγνοια. Τη χτυπούσαν κι οι δυο αλύπητα, μέχρι που έπεσε σχεδόν μισοπεθαμένη.

Οι δοκιμασίες της Ψυχής μόλις έχουν αρχίσει. Η Αφροδίτη τη διατάζει μέσα σε λίγες μόνο ώρες να ξεχωρίσει από έναν τεράστιο σωρό καρπών της γης το κάθε είδος στάρι, παπαρουνόσπορο, κεχρί, ρεβίθια, φακή, κουκιά, κριθάρι. Το έργο είναι μεγάλο και δύσκολο και η Ψυχή, όσο κι αν προσπαθεί, βλέπει πως ο χρόνος κυλά δίχως να πετυχαίνει σπουδαία αποτελέσματα. Απελπίζεται και θρηνεί, βέβαιη πως δεν θα τα καταφέρει. Όμως, ανάμεσα στα δάκρυα της βλέπει ότι δεν είναι μόνη της στην προσπάθεια. Στρατιές από εργατικά μυρμήγκια έχουν δει τον πόνο της και έχουν βαλθεί να τη βοηθήσουν. Και πράγματι ο άθλος επιτελείται μέσα στον καθορισμένο χρόνο.

Όταν η Αφροδίτη βλέπει πως η Ψυχή κατάφερε, παρά τις δυσκολίες να ολοκληρώσει τον άθλο που της είχε βάλει, σκάφτεσαι ότι πρέπει να της αναθέσει κάτι ακόμα δυσκολότερο. Τη στέλνει λοιπόν να της φέρει το χρυσό μαλλί από τα άγρια πρόβατα του Ήλιου που βόσκουν ψηλά σε ένα βουνό. Η Ψυχή ανεβαίνει στο βουνό κι αντικρίζει από μακριά τα χρυσά πρόβατα. Μα όποτε κάνει να τα πλησιάσει, αυτά τρέχουν σαν τον άνεμο και χάνονται. Μάταια τα κυνηγά, ξεσκίζοντας τα πόδια της στα αγκάθια. Τα πρόβατα αστράφτουν σαν λάμψεις πότε εδώ και πότε εκεί, αλλά πάντα ξεφεύγοντας της. Και πάλι, όμως, η Ψυχή δεν βρίσκεται μόνη στις δύσκολες ώρες της. Συμπαραστάτης της αυτή τη φορά είναι ένα μαγικό καλάμι που της μιλά με ανθρώπινη φωνή. «Μην τα κυνηγάς μάταια, δεν θα τα πιάσεις», τη συμβουλεύει. «Θυμήσου, δεν είναι τα πρόβατα που ζητάς, αλλά το μαλλί τους. Κοίτα προσεκτικά γύρω σου, τριγύρισε στο βουνό και θα βρεις όσο μαλλί θέλεις. Τούφες ολόκληρες έχουν αφήσει τα πρόβατα πάνω στα αγκάθια των θάμνων». Η συμβουλή είναι απόλυτα σωστή και η Ψυχή καταφέρνει εύκολα πλέον να συλλέξει το χρυσό μαλλί των προβάτων.

Η επόμενη αποστολή που της αναθέτει η Αφροδίτη είναι όχι μόνο δύσκολη, αλλά και επικίνδυνη. Τώρα της- δίνει ένα κανάτι και της ζητά να το γεμίσει με νερό από την πηγή της Στύγας. Όταν το άκουσε, η Ψυχή τρόμαξε. Ήξερε πως η Στύγα ήταν μια πηγή στα ύδατα της οποίας ορκίζονταν οι θεοί και αν τύχαινε να παραβιάσουν τον όρκο τους, τότε έπεφταν σε ύπνο ή έμεναν βουβοί για επτά χρόνια. Η τρομερή αυτή πηγή δεν ήταν αφύλακτη. Νύχτα μέρα στέκονταν φρουροί ακοίμητοι πλάι της^ δράκοντες τρομεροί που απειλούσαν με αφανισμό όποιον θνητό πλησίαζε. Να όμως που εμφανίζεται και πάλι βοηθός. Αυτή τη φορά είναι ένας αετός σταλμένος από τον Δία, που παίρνει το κανάτι από τα χέρια της Ψυχής και κρατώντας το στο ράμφος του το γεμίζει με το νερό της Στύγας.

Βλέποντας η Αφροδίτη πως η Ψυχή καταφέρνει, παρά τις φαινομενικά ανυπέρβλητες δυσκολίες, να επιτελεί έναν έναν τους άθλους που της αναθέτει, αποφασίζει τώρα να της δώσει την πιο δύσκολη αποστολή από όλες, σίγουρη πως αυτή τη φορά δεν θα τα καταφέρει. Τώρα οι δοκιμασίες της πραγματικά κορυφώνονται. Η Αφροδίτη της ζητά το σχεδόν ακατόρθωτο: να κατέβει στον κάτω κόσμο για να δανειστεί από την Περσεφόνη την αλοιφή της ομορφιάς, μιας και η δική της είχε τάχα τελειώσει. Αυτό πια ξεπερνούσε κάθε όριο. Η Ψυχή έχει έρθει στα όρια της αντοχής της, καθώς είναι αντιμέτωπη με την έσχατη δοκιμασία: πρέπει να κατεβεί ζωντανή στον Άδη! Ξέρει πως αυτό είναι το τέλος των προσπαθειών της. Βρίσκεται αντιμέτωπη με το πλήρες αδιέξοδο. Έχει πια πειστεί πως δεν θα τα καταφέρει. Ότι δεν θα ξαναβρεί ποτέ τον Έρωτα. Απελπισμένη, χάνει το κουράγιο της και ανεβαίνει σε έναν ψηλό πύργο για να αυτοκτονήσει. Αν είναι να κατέβει στον Άδη, ας κατέβει μια και καλή, αφού δεν έχει πια νόημα η ζωή της. Ο πύργος αυτός όμως ήταν ζωντανός κι είχε λαλιά και γνώση. Της μίλησε, της έδωσε κουράγιο και τη συμβούλεψε πώς να περάσει τη δοκιμασία, πώς να μπει και να βγει ζωντανή στον κάτω κόσμο, φανερώνοντας της όσα είχε να αντιμετωπίσει εκεί. Παίρνοντας θάρρος από τη δύναμη τον ερωτά της, η Ψυχή επιχειρεί και αυτόν τον έσχατο άθλο. Και πράγματι τα καταφέρνει να φτάσει στα δώματα της Περσεφόνης, να πάρει την αλοιφή και να ξαναγυρίσει στον πάνω κόσμο. Όταν ξέπνοη πια ανέβηκε στο χώρο των ζωντανών, μια σκέψη πέρασε από το νου της. «Αν βάλω κι εγώ από αυτή τη θεϊκή αλοιφή που μόνο οι θεές φορούν, ίσως γίνω πιο όμορφη κι ο Έρωτας θελήσει να ξαναγυρίσει κοντά μου». Διστάζει για μια στιγμή, αλλά αμέσως μετά ανοίγει αποφασιστικά το βάζο. Μόλις όμως το ξεσκεπάζει, ένας αποπνικτικός καπνός ξεχύνεται από μέσα του και την τυλίγει αυτοστιγμεί, βυθίζοντας την σε ένα βαθύ ύπνο, όμοιο με θάνατο.

Και  ιδού! Έχει έρθει η ώρα να δρέψει τους γλυκούς καρπούς της προσπάθειας της. Αρκετά δοκιμάστηκε. Ο Έρωτας, που δεν την είχε ποτέ λησμονήσει, κατορθώνοντας να ξεγλιστρήσει από το δωμάτιο όπου τον είχε κλειδωμένο η Αφροδίτη, τάχα για να του γιατρέψει την πληγή από το καυτό λάδι του λυχναριού, τρέχει κοντά στην Ψυχή. Κλείνει ξανά μέσα στο βάζο τον ύπνο και την συνεφέρει. Εκείνη ανοίγει τα μάτια της και βλέπει το ανέλπιστο: εκείνον που τόσο καιρό αναζητούσε απεγνωσμένα να την κρατά στην αγκαλιά τον. Ξεσπά σε δάκρυα χαράς κι εκείνος κλείνει τα χέρια του γύρω της. Αφήνεται εκστατική σ’ αυτό το αγκάλιασμα, καθώς ο Έρωτας ανοίγει τα φτερά του και κρατώντας την τρυφερά ανεβαίνουν μαζί στα ουράνια. Για πάντα ενωμένοι πια. Έτσι αγκαλιασμένοι φτάνουν στον Όλυμπο κι εκεί, με τη μεσολάβηση του Δία, η Αφροδίτη αποφασίζει πια να δεχτεί την Ψυχή ως σύζυγο τον γιου της. Στους χώρους των θεών αρχίζει μεγάλη γιορτή για να τιμηθεί η γαμήλια ένωση του θεού με τη θνητή. Η Ψυχή γίνεται πια επίσημα γυναίκα του Έρωτα και ως γαμήλιο δώρο οι θεοί της προσφέρουν την αθανασία. Μέσα στην απέραντη αγαλλίαση και την απύθμενη ευτυχία της αισθάνεται ότι ήρθε η ώρα της να γεννήσει. Δίχως πόνους φέρνει στον κόσμο ένα πανέμορφο κοριτσάκι. Τον καρπό της ένωσης της Ψυχής με τον Έρωτα το βάφτισαν οι ίδιοι οι θεοί. Και το όνομα που του έδωσαν ήταν Ηδονή. Αυτή θα συνόδευε πια το ζευγάρι για πάντα.

Posted in ΑΡΧΑΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗ | Leave a Comment »

Διανοητικά σκουπίδια

Posted by lykofron στο 05/12/2010

Του Δρα Κώστα Βίτκου

Ο Αριστοτέλης – απ’ ό,τι γνωρίζουμε μέχρι τώρα – ήταν ο πρώτος που δήλωσε ότι ο άνθρωπος είναι ζώο λογικό. Όμως κάθε φορά που ψηλαφίζω τις σκέψεις κάποι¬ων ανθρώπων και βρίσκω πόσο κούφιες είναι, λεω με μια δόση πικρής απογοήτευσης.- «Σοφέ πρόγονε, δεν είναι όλοι οι άνθρωποι λογικά ζώα». Το ίδιο απογοητευτικό συμπέρασμα διατυπώνει και ο Άγγλος φιλόσοφος Bertrand Russell στο δοκίμιο του “An outline of intellectual Rubbish “(Unpopular Essays, Unwin Paperbacks, 1976, p. 83). Συγκεκριμένα ο Russell λεει : «Ο άνθρωπος είναι ένα λογικό ζώο – τουλάχιστον έτσι μου είπαν. Σ’ όλη μου τη ζωή έψαξα μ’ επιμέλεια να βρω μαρτυ¬ρίες που να στηρίζουν τη δήλωση αυτή, αλλά μέχρι τώρα δεν είχα την καλή τύχη να τις βρω, αν και έψαξα σε πολλές χώρες τριών ηπείρων» (Man is a rational animal-so at least I have been told.Throughout a long life, I have looked diligently for evidence in favour of this statement, but so far I have not had the good fortune to come across it, though I have searched in many countries spread over three continents. ). Ας δούμε λοιπόν μερικά από τα διανοητικά σκουπίδια που κάποια «λογικά ζώα» γέμισαν τις μυαλοθήκες των αγαθών και ευκολόπιστων ανθρώπων. Τα περισσότερα προέρχονται από το χώρο της θρησκείας.

ΤΑ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ Όταν ο Αμερικανός πολιτικός και ερευνητής Benjamin Franklin (1706-1790) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αστραπή δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια ηλεκτρική εκκέ¬νωση, και στη συνέχεια ανακάλυψε το αλεξικέραυνο, το οποίο προστάτευε κτήρια και ανθρώπους, ολόκληρο το παπαδαριό της Αμερικής και της Αγγλίας ξεσηκώθηκε και καταδίκασε την ανακάλυψη αυτή, γιατί την είδε ως μια ασεβή επέμβαση στο θέλημα του Θεού! Οι παπάδες έλεγαν στον αθώο κόσμο ότι με τον κεραυνό ο Θεός τιμωρεί τους ασεβείς (παλιότε¬ρα τη δουλειά αυτή την έκανε ο Δίας) και ότι δεν μπορεί ο κάθε Franklin να αφαιρεί ένα εργαλείο τιμωρίας από τα χέρια του Θεού. Δεν έχει καμιά δουλειά ο Franklin να προστατεύει τους κακούς ανθρώπους και παλιανθρώπους από τη θεϊκή κεραυνοπληξία! Βέβαια, το γεγονός ότι οι κεραυνοί χτυπούν και καθεδρικούς ναούς και σκοτώνουν και μητροπολίτες δεν παραμέριζε τα διανοητικά αυτά σκουπίδια. Όταν κάποτε η Ινδία χτυπήθηκε από μια σειρά ισχυρών σεισμών, πετάχτηκε ο Mahatma Gandhi κι έστειλε σοβαρή προειδοποίηση στους συμπατριώτες του, λέγοντας τους ότι αυτοί οι καταστροφικοί σεισμοί έχουν σταλεί ως τιμωρία για τις αμαρτίες των ξυπόλητων Ινδών. Διάβολε, πώς αυτός ο ισχνοπάρειος γυμνοσοφιστής οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι ο σεισμός γνωρίζει να ξεχωρίζει τον αμαρτωλό Ινδό από το αθώο νηστικό παιδάκι; Πρόσφατα είδαμε στην κίνα τον μεγάλο φονικό σεισμό να ισοπεδώνει σχολεία γεμάτα παι¬διά. Και αυτοί που συνηθίζουν να βήχουν στο πρόσωπο μας σκουπίδια λένε: «Δόξα τω Θεώ, εμείς εδώ στην Αυστραλία δεν γνωρίσαμε τέτοια συμφορά»! Όταν οι καλόγριες μπανιαρίζονται – δεν τις έχω δει, αλλά ο Russell με πληροφορεί- φορούν μια λεπτή ρόμπα του μπάνιου για να μην τις δει γυμνές ο Θεός! Σ’ αυτό οι καλόγριες έχουν δίκιο: ο δημιουργός του σύμπαντος είναι τόσο παντοδύναμος, που μπορεί και διαπερνά μέσα από στενές κλειδαρότρυπες και χοντρά ντουβάρια. Ωστόσο, σύμφωνα με τις καλόγριες, ο Θεός δεν είναι τόσο παντοδύναμος, ώστε να μπορεί να βλέπει το γυμνό κορμί τους πίσω από την αραχνοΰφαντη ρόμπα! Με άλλα λόγια το διανοητικό σκουπίδι λεει ότι, όταν η καλόγρια είναι ντυμένη, ο Παντοδύναμος δεν βλέπει τη γύμνια της, ενώ στη μπανιέρα τη βλέπει. Όταν κάποιος ασθενής που ο καρκίνος κατατρώγει τα οστά του και ζητά μια ισχυρή δόση μορφίνης για να ησυχάσει (αυτό το λέμε εθελοντική ευθανασία), πετιέται ο παπάς και λεει ότι η ζωή δεν ανήκει στον ασθενή: ανήκει στον Θεό. Ναι, αλλά ο αφόρητος πόνος σε ποιον ανήκει; Ανήκει στον ασθενή, αλλά, σύμφωνα με τα σκουπίδια του παπά, ο Θεός δεν έχει κανένα πρόβλημα να βλέπει τον ασθενή να υποφέρει. Ο Θεός ανακάλυψε τον πόνο, κι εμείς δεν έχουμε, λεει, δικαίωμα να επεμβαίνουμε στο έργο του Θεού. Η μόνη επέμβαση που μας επιτρέπει ο Θεός είναι να σωληνώνουμε τον ασθενή και να τον κολλάμε σε μια μηχανή, που την ανα¬κάλυψε το σατανικό μυαλό της Επιστήμης. Όταν αποφασίσω να πεθάνω στην γενέτειρα μου και ζητήσω να με κάψουν, ο παπάς θα μου πει ότι η Ελλάδα είναι χώρα ορθοδόξων χριστιανών και ότι η αποτέφρωση δημιουργεί πρόβλημα στη νεκρανάσταση. Είναι πολύ πιο εύκολο για τον Θεό να νεκραναστήσει κάποιον που τον καταβρόχθισαν τα σκουλήκια, σε σύγκριση με κάποιον άλλον που έγινε στάχτη. Από τη στάχτη μόνο οι φοίνικες ανασταίνονται. Όσο για τους πρώιμους χριστιανούς που χωνεύτηκαν στα στομάχια των λιονταριών της Ρώμης, σίγουρα θα αναστηθούν και αυτοί. Αλίμονο όμως στα λιοντάρια που θ’ αναγκαστούν να επιστρέ¬ψουν πίσω τα δανεικά και δεν θα έχουν δεκάρα να πληρώσουν στη δεύτερη παρουσία! Όσο και να στραγγίζεις ένα στομάχι λιονταριού, δεν βγάζεις δέκα κορμιά χριστιανών.

Posted in ΛΟΙΠΑ ΘΕΜΑΤΑ | Leave a Comment »